Δεν υπάρχει πιο δυνατή, μεταμορφωτική εποχή από το καλοκαίρι. Ούτε πιο στέρεη και στιβαρή άγκυρα ζωής από τις αυγουστιάτικες μέρες των διακοπών. Σε κρατάει ασφαλή, με σώας τα φρένας, έναν ολόκληρο χειμώνα, γεμίζοντας τις σκοτεινές νύχτες με φως. Το βιβλίο του καλοκαιριού μας το διαβάζουμε ξανά και ξανά · οι σελίδες τσαλακώθηκαν, τσάκισαν στις γωνίες, γέμισαν λαδιές από το τουρλού, μύρισαν αντηλιακό και μαρίδα τηγανητή.
Το ελληνικό καλοκαίρι έχει μια σχεδόν μεταφυσική χροιά. Η θάλασσα, ο ήλιος και το αλάτι θαρρείς και μετουσιώνουν τον πόνο και την κόπωση που έχει στεριώσει μέσα μας, σαν κατακάθι από ελληνικό καφέ: πυκνό, πικρό, σκοτεινό.
Κουβαλάει μέσα του άφθονο κρύο νερό για να ξεπλύνει το κατακάθι, απλώνει στο τραπέζι της αυλής αρωματικά φρούτα, δίνει ραντεβού σε λιμάνια και εκκλησίες, ξεδιπλώνει γέλια και γλέντια σε στενά σοκάκια, στεγνώνει γρήγορα βερμούδες και μαγιώ σε τυρκουάζ, κίτρινα, πορτοκαλιά και κόκκινα χρώματα. Ξεπλένει τη ζωή μας την ίδια, με αφρούς και κύματα.
Ο Αύγουστος είναι το καλοκαίρι μας, αιώνες τώρα: μήνας τόσο καθαρτικός και συνάμα αναζωογονητικός. Φορτωμένος, σαν τσαμπί με ώριμη σταφίδα, γεμάτος προσδοκίες, μας οδηγεί στην αληθινή ζωή, την παλιά, εκείνη που θυμόμαστε μόνο όταν -παιδιά ακόμη- φτιάχναμε κάστρα στην αμμο κι η απογευματινή βόλτα με τα ποδήλατα κράταγε αιώνες. Άλλα τα μεγέθη, άλλες οι ώρες, πιο μεγάλες, πιο γεμάτες, έσπαγαν τα ρολόγια, σταμάταγαν τα βήματα.
Η πανέμορφη χώρα μας σταματάει κι αυτή για να πάρει ανάσα κι αφήνει ένα μεγάλο παράθυρο ορθάνοιχτο, απ’όπου μπαίνουν μέσα-ή μάλλον μπουκάρουν-όλα: γλάροι,χαμόγελα, σύννεφα παχιά, σταγόνες καλοκαιρινής μπόρας, φύλλα βασιλικού, λευκά σκαλιά που ανεβαίνουν ψηλά στο μοναστήρι-ένα τάμα το καθένα τους-βύσσινο γλυκό, η πίτα του Αγίου Φανουρίου που μοσχοβολάει κανέλλα, ένα ποτήρι με ξανθό κρασί, κληματόφυλλα και σαρδέλες, η σιωπή της μεσημεριανής σιέστας, ολόγλυκες ντομάτες γεμιστές με φέτα και το φεγγαρόφως που αντανακλά στον καθρέφτη του αυτοκινήτου, καθώς διασχίζουμε τον κάμπο για να πάμε στο πανηγύρι.
Εξουσιάζει το χρόνο μας ο μήνας αυτός, σαν παντοδύναμος Ρωμαίος αυτοκράτορας που είναι.
Το καλοκαίρι μας αρχίζει κάθε χρόνο σαν ένα ταξίδι στον άγνωστο κόσμο που μας περιμένει, είτε αυτός είναι ο τόπος μας, είτε ένας άγνωστος προορισμός- μια εικόνα στην οθόνη του laptop.
Ένα ταξίδι που ξεκινάει εκεί: στο βράχο που κάτσαμε να ζεσταθούμε, τρέμοντας μέσα στην πετσέτα, μπλαβί από τις τόσες ώρες στο νερό, στο φάρο όπου δώσαμε το πρώτο μας φιλί και δεν έχει τελειώσει ακόμη, σε κάθε νησί και σε κάθε παραλία και κάθε αμμουδιά στην οποία δεν έχουμε επιστρέψει.
Γεμίζει τα κενά για την ώρα της επιστροφής στο μεγάλο Κενό…
Διαβάστε τη συνέχεια στο προσωπικό blog της Χριστίνας Θεοχάρη, Food Spells