Τη δεκαετία του ’70 η οικονομία της Ελλάδας δεν ήταν-και πάλι- στα καλύτερά της, παρόλα αυτά τα ντουλάπια και τα ψυγεία ήταν γεμάτα σε σύγκριση με των γκουρμέ Γάλλων και Ιταλών.
Οι λίγοι ταξιδιώτες που είχαν την ευχέρεια να ταξιδεύουν στις μητροπόλεις της Ευρώπης ανακάλυπταν ότι οι «δυστυχείς πολίτες» αυτών των χωρών αγόραζαν το καρπούζι σε φέτες, ζητούσαν 4-5 φέτες ζαμπόν και 100 γραμμάρια τυρί και έβαζαν στο καλάθι τους 1 κρεμμύδι, 2 μήλα και όλα αυτά με εξαιρετική άνεση και χωρίς να χαμηλοκοιτάζουν φθάνοντας στο ταμείο.
Την ίδια στιγμή στην Ελλάδα αν κάποιος είχε μια ανάλογη καταναλωτική συμπεριφορά, θα προκαλούσε ψυχολογική κατάρρευση και θα γινόταν το θέμα για την ψιλοκουβέντα της γειτονιάς. Η τιμή και η αξιοπρέπεια μας σώζονταν με γεμάτες και ξέχειλες σακούλες, άφθονες αγορές, και ας πετούσαμε και τα μισά στα σκουπίδια. Δυστυχώς δεν είχαμε το χάρισμα της σοφής οικονομικής διαχείρισης και λίγο το μεσογειακό μας ταμπεραμέντο, λίγο το στερητικό αιώνων που υπάρχει μέσα μας, προτεραιότητα ήταν το σήμερα και για αύριο βλέπουμε…
Έτσι με την εικονική-έστω- άνεση των επόμενων δεκαετιών τα ντουλάπια παρέμειναν ξέχειλα, τα ντελίβερι έζησαν την χρυσή εποχή και τα ακριβά εστιατόρια γέμιζαν τα τραπέζια τους. Και από εδώ και πέρα τι γίνεται?
Η βαθιά ύφεση, η τεράστια οικονομική κρίση δημιουργεί νέα ήθη και συμπεριφορές. Μιας άλλης μορφής αλληλεγγύη, ένα υπόγεια αγωνιστικό «δεν θα μας γονατίσετε» ανθεί σε παρέες τριαντάρηδων και σαραντάρηδων, μικρότερων και μεγαλύτερων.
Οι κατσαρόλες βγαίνουν από τα ντουλάπια, οι φούρνοι παίρνουν μπρος και οι συναντήσεις στα σπίτια πληθαίνουν δημιουργώντας το « Κίνημα της κατσαρόλας».Σε πείσμα της δυσπραγίας η νέα πολυτέλεια δεν είναι πια η επώνυμη τσάντα, είναι εκείνο το τόσο ιδιαίτερο ελληνικό τυρί που ανακάλυψες ύστερα από αρκετό ψάξιμο και κοσμεί το πιάτο που μοιράζεσαι με τους δικούς σου ανθρώπους.
Για άλλη μια φορά στην Ιστορία αποδεικνύεται ότι στο τραπέζι μπορείς να ξορκίσεις κάθε κακή διάθεση παρέα με ένα καλομαγειρεμένο φαγητό, και μερικές ώρες μπροστά σε νόστιμα πιάτα και καλή παρέα αντικαθιστούν άνετα μιαν επίσκεψη στον ψυχαναλυτή… Αυτή τη φορά, ευτυχώς, λείπει το στοιχείο της υπερβολής και της επίδειξης.
Το καλό φαγητό άλλωστε δεν χρειάζεται να είναι απαραίτητα ακριβό και για να χορτάσει το στομάχι και η ψυχή χρειάζεται καλή διάθεση και σωστός προϋπολογισμός και τότε η κατσαρόλα θα ανάγει τις πιο ταπεινές πρώτες ύλες σε συστατικά υψηλής οικιακής κουζίνας.