Η εμπειρία της έκτρωσης είναι ένα ζήτημα το οποίο ακόμη και σήμερα αποτελεί ταμπού για ένα σύνολο δυτικών κοινωνιών μεταξύ των οποίων βρίσκεται και η ελληνική. Μία σειρά από έρευνες έχουν ασχοληθεί με την εμπειρία της έκτρωσης και ειδικότερα με τις συναισθηματικές διαστάσεις της εμπειρίας.
Οι επιπτώσεις της εμπειρίας της έκτρωσης στην ψυχολογική κατάσταση των γυναικών ποικίλουν ανάλογα με το σύνολο των μεταβλητών και παραγόντων που περιγράφουν τη ζωή τους. Υπολογίζεται γενικά πως το 25% των εκτρώσεων πραγματοποιούνται στις ΗΠΑ, ωστόσο στη χώρα μας υπάρχει μεγάλο ποσοστό που παραμένει κρυφό καθώς οι γυναίκες διστάζουν να αναφέρουν πως έχουν κάνει μία ή περισσότερες εκτρώσεις.
Μία κατηγορία των γυναικών που έχει την εμπειρία της έκτρωσης είναι εκείνες οι γυναίκες που ”αναγκάζονται” να προβούν σε μία τέτοια επιλογή καθώς το παιδί που κυοφορούν καθώς προκύπτουν σημαντικά προβλήματα υγείας για το έμβρυο. Σε αυτή την περίπτωση η εμπειρία της έκτρωσης συνδέεται με συναισθήματα θλίψης και πένθους και μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις τα συγκεκριμένα συναισθήματα επηρεάζουν και βιώνονται και από το μέλλοντα πατέρα καθώς ακυρώνεται η εμπειρία της πατρότητας που έχουν προετοιμαστεί να βιώσουν.
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν οι γυναίκες που επιλέγουν την έκτρωση επειδή είτε δεν είναι έτοιμες για ένα τέτοιο βήμα, είναι πολύ μικρές σε ηλικία, δεν έχουν τη στήριξη του πατέρα ή της οικογένειάς τους ή δεν μπορούν να αποκτήσουν ακόμη ένα παιδί. Εδώ η κατάσταση διαφέρει σημαντικά και μάλιστα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά από ότι περιμένει ο πολύς κόσμος. Πιο συγκεκριμένα, το βασικό συναίσθημα αυτής της κατηγορίας γυναικών για τις οποίες η έκτρωση αποτελεί συνειδητή επιλογή ιδιαίτερα κατά το πρώτο τρίμηνο μετά την έκτρωση είναι η ανακούφιση. Άλλες έρευνες τονίζουν πως το 98% των γυναικών που έχουν επιλέξει την έκτρωση αναφέρουν πως δεν το μετανιώνουν και ακόμη και αν στο μέλλον βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση θα έκαναν την ίδια επιλογή. Επιπλέον, δεν υπάρχουν ενδείξεις πως οι γυναίκες που έχουν την εμπειρία της έκτρωσης είναι χειρότεροι γονείς στο μέλλον ή εκφράζουν λιγότερο συχνά την επιθυμία να αποκτήσουν ένα παιδί σε κάποια άλλη χρονική στιγμή.
Λιγότερο από το 20% των γυναικών που έχουν κάνει έκτρωση βιώνουν συμπτώματα κατάθλιψης τα οποία όμως περνούν σχετικά γρήγορα και δεν διαφέρουν από τα συμπτώματα εκείνα που εμφανίζουν γυναίκες που διανύουν την περίοδο της λοχείας. Ακόμη, έφηβες που έχουν κάνει έκτρωση έχουν περισσότερες πιθανότητες να τελειώσουν επιτυχώς το σχολείο εν συγκρίσει με τις έφηβες του ίδιου κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου που έχουν κρατήσει το παιδί που κυοφορούσαν.Ακόμη και στις περιπτώσεις που υπάρχουν συμπτώματα διαταραχών άγχους και κατάθλιψης δεν υπάρχουν ξεκάθαρες αποδείξεις ότι αυτό οφείλεται στην ίδια την εμπειρία της έκτρωσης καθώς μπορεί να υπάρχει σύνδεση με την ίδια την εμπειρία της ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης.
Από την άλλη, τα ευρήματα διαφέρουν για τις γυναίκες που έχουν επανειλημμένως επιλέξει την έκτρωση καθώς σε αυτή την περίπτωση είναι περισσότερο πιθανό να έχουμε αισθήματα ενοχής και σημαντικό πλήγμα στην αυτοπεποίθηση και την αίσθηση ελέγχου.
Συμπερασματικά, η εμπειρία της έκτρωσης διαφέρει για κάθε γυναίκα που την βιώνει και εξαρτάται από μία πληθώρα παραγόντων. Το καλύτερο από όλα είναι να υπάρχει μία σωστή πληροφόρηση σχετικά με τις μεθόδους προφύλαξης και την σεξουαλική υγεία του ατόμου. Ωστόσο, τόσο η απόφαση της απόκτησης ενός παιδιού όσο και η απόφαση της έκτρωσης είναι επιλογές που πρέπει να γίνονται συνειδητά και υπεύθυνα χωρίς την άμεση επίδραση από προκαταλήψεις, στερεότυπα και θρησκοληψίες καθώς έχουμε να κάνουμε με νέες ανθρώπινες ζωές οι οποίες δεν πρέπει να είναι καταδικασμένες αλλά πρέπει να γεννιούνται στο καλύτερο δυνατό περιβάλλον. Ας μην ξεχνάμε πως ο ερχομός ενός παιδιού ανεξάρτητα από το χώρο ή το χρόνο τον οποίο γεννιέται πρέπει εξ αρχής να είναι ένα γεγονός χαράς και ευτυχίας και να μην αντιμετωπίζεται ως πηγή προβλημάτων! Μόνο έτσι θα έχουμε έναν κόσμο με παιδιά χωρίς προβλήματα που απολαμβάνουν την αγάπη και την αθωότητα της παιδικής ηλικίας. Τέλος, στην περίπτωση εφήβων που έχουν μία ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη θα πρέπει να υπάρχει στήριξη από την οικογένεια και η έφηβη να απευθύνεται μόνο σε αρμόδιους φορείς και κέντρα ώστε να προστατέψει τον εαυτό της και την υγεία της.