Ίσως σας φαίνεται παράξενο που αποφάσισα να γράψω τώρα για το ζήτημα των περασμένων ημερών με πρωταγωνίστρια την ποιήτρια Κική Δημουλά. Θεώρησα, όμως, πως θα ήταν πιο δίκαιο αν άφηνα λίγο να περάσει η αναμπουμπούλα, έτσι ώστε ό,τι έγραφα να ήταν έχοντας πλέον πλήρη γνώση των γεγονότων.
Για όσους δεν είναι ενήμεροι, όλη η ιστορία ξεκίνησε όταν μία δημοσιογράφος απέσπασε μέρος της ομιλίας που έδωσε η γνωστή και δημοφιλής ποιήτρια στα πλαίσια εκδήλωσης των Atenistas. Επειδή δε θέλω να μακρηγορώ κάνοντας αναπαραγωγή, μπορείτε να διαβάσετε το επίμαχο κείμενο εδώ.
Όταν βρέθηκα να διαβάζω την είδηση, πάγωσα. «Δε μπορεί», είπα. «Μια γυναίκα σαν τη Δημουλά, ένας άνθρωπος που κατέχει τη χρήση του λόγου και που μίλησε με τους πιο όμορφους στίχους για την αγάπη, να ξεστόμισε αυτό που διαβάζω. Και μάλιστα με τόσο ωμό τρόπο». Δεν ήθελα καν να μπω στη διαδικασία μίας διαδικτυακής αντιπαράθεσης, παρ’ όλο που ο πειρασμός μου έκλεινε πονηρά το μάτι. Προτίμησα να περιμένω.
Η υπομονή μου κι η αναμονή μου επιβραβεύτηκαν. Λίγες ώρες μετά δημοσιεύθηκε όλη η ομιλία της ποιήτριας, την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ . Η ομιλία της Δημουλά με το κείμενο της αρθρογράφου ήταν – να το κάνω λιανά – η μέρα με τη νύχτα. Το παρήγορο είναι πως πολλοί άνθρωποι, σεβόμενοι το έργο και το ήθος της Κικής Δημουλά, έσπευσαν να την υπερασπιστούν. Θα σας πω με τι εξοργίστηκα.
Εξοργίστηκα με την αρθρογράφο που προκειμένου να αποκτήσει περισσότερα «κλικ» στο internet το άρθρο της, απομόνωσε μία και μόνο φράση της ποιήτριας, μια που τη θεώρησε πιο… «πιασάρικη». Και δυστυχώς γνωρίζω πως πολλοί συνάδελφοί της λειτουργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Να, κάτι τέτοια ώρες ώρες με κάνουν να λέω «είμαι αρθρογράφος» με έναν ενδοιασμό. Γιατί στο μυαλό του κόσμου πλέον, οι λέξεις «αρθρογράφος» και «δημοσιογράφος» συνάδουν με το «βάζω λάσπη στον ανεμιστήρα κι όποιον πάρει ο Χάρος».
Εξοργίστηκα με την ευκαιρία που άδραξαν εθνικιστικές οργανώσεις, οι οποίες διακινούνται μόνο από τη μισαλλοδοξία να χρησιμοποιήσουν αυτήν και μόνο τη φράση για να ψαρέψουν περισσότερους υποστηρικτές aka ψηφοφόρους. Ή για να το πω απλά, για να κάνουν μεγαλύτερο το κοπάδι με τα πρόβατα που τους ακολουθεί.
Μα πιο πολύ εξοργίστηκα με όλους τους υπόλοιπους. Καθώς όλοι είμαστε οργισμένοι, ψάχνουμε να ξεσπάσουμε. Το κακό, όμως, της εξέλιξης της τεχνολογίας είναι πως πλέον ο καθένας, πίσω από την όποια ανωνυμία του εξασφαλίζουν μία οθόνη κι ένα πληκτρολόγιο, αυτοδιορίζονται κριτές των πάντων, θεωρούν πως έχουν το αλάθητο κι αρχίζουν το λιθοβολισμό. Άφησαν πολλοί από αυτούς στην άκρη το έργο και την ποιότητα της ποιήτριας κι άρχισαν τις μικρότητες περί Alzheimer και κακίες του τύπου «ε, τώρα, μεγάλη γυναίκα, τι να περιμένεις;».
Ξεχάσανε πως ο ποιητής χρησιμοποιεί τις λέξεις σα γέφυρα για ένα βαθύτερο νόημα από αυτό των λέξεων. Ξεχάσανε πως το έργο ενός ανθρώπου δεν εξατμίζεται λόγω ηλικίας. Αγνοούν το γεγονός πως η Δημουλά ποτέ δεν ήταν άνθρωπος του «φαίνεσθαι». Κι αν καλοσκεφτείτε, θα έρθουν στο μυαλό σας κάποιοι καλλιτέχνες με «ευαισθησίες» οι οποίοι, όμως έχουν… δεξιά τσέπη. Εγώ έχω έναν υπ’ όψιν και παρ’ όλο που έχω το θάρρος να παραδεχθώ το μεγαλείο του έργου του, όταν ανοίγει το στόμα του περί κοινωνικής δικαιοσύνης, μου έρχεται να σπάσω την τηλεόραση. Για στίψτε λίγο το μυαλό σας, δεν είναι ένας και δύο. Είναι πολλοί. Κι η Κική Δημουλά ΔΕΝ είναι ένας από αυτούς.
Πολλές φορές κάποιοι αναρωτιούνται «πού είναι οι πνευματικοί άνθρωποι;» και «γιατί δε μιλάνε αυτοί;». Κάποιοι, όπως προείπα, μιλάνε, αλλά όταν μιλάνε, πετάνε ταβανόπροκες. Άλλοι πάλι, τολμούν να μιλήσουν και σπεύδουμε όλοι να τους αμαυρώσουμε, όπως έγινε με τη Δημουλά. Όχι για άλλον λόγο, αλλά γιατί δε μας αρέσει να μας τρίβουν στη μούρη τα προβλήματά μας κι εμείς εξακολουθούμε να σφυρίζουμε αδιάφορα. Γιατί αρνούμαστε πεισματικά την κατηγορία του «είσαι λάθος». Όχι. Στην Ελλάδα ισχύει «εγώ έχω δίκιο κι όλοι όσοι λένε το αντίθετο είναι κακοί». Κομματάκι αντίδραση τύπου «είσαι κακό παιδί και θα το πω στο μπαμπά μου».
Οι πνευματικοί άνθρωποι όχι απλά μιλάνε… ΦΩΝΑΖΟΥΝ. Προσπαθούν να σε ξεκουφάνουν μπας και φιλοτιμηθείς να ανοίξεις τα μάτια σου και δεις πέρα από την όποια ουτοπία νομίζεις πως ζεις. Αρκεί να βγάλεις το κεφάλι σου από την άμμο.