Σαν σήμερα… γεννήθηκε η Βρετανίδα συγγραφέας Charlotte Brontë

Charlotte Brontë 1Οι περισσότεροι από εμάς, στο άκουσμα του επιθέτου «Brontë», αυτόματα φέρνουμε στο νου τη συγγραφέα η οποία μας χάρισε τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη», την Emily Brontë. Σήμερα, όμως, θα γνωρίσουμε την αδερφή της, Charlotte Brontë, η οποία είναι περισσότερο διάσημη για το βιβλίο της «Jane Eyre», ένα από τα πιο γνωστά μυθιστορήματα της κλασσικής λογοτεχνίας.

Η Charlotte Brontë γεννήθηκε στις 21 Απριλίου του 1816 στο Thornton, ένα μικρό χωριό κοντά στο Yorkshire της Αγγλίας κι ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά (πέντε κόρες: Maria, Elizabeth, Emily, Charlotte και Anne κι ένας γιος, ο Branwell) του ιερέα Patrick Brontë και της συζύγου του, Maria. Όταν η Charlotte ήταν πέντε ετών, η μητέρα της οικογένειας πέθανε από καρκίνο, με την ευθύνη της ανατροφής των παιδιών να ανατίθεται στην αδερφή της , Elizabeth Branwell.

Το 1824 ο Patrick Brontë έστειλε τις τέσσερις κόρες του – εκτός της Anne – σε ένα εκκλησιαστικό σχολείο στο Lancashire. Οι συνθήκες, όμως στο σχολείο ήταν τόσο δυσμενείς, επηρεάζοντας την υγεία των κοριτσιών, με αποτέλεσμα η Maria κι η Elizabeth να πεθάνουν από φυματίωση την επόμενη χρονιά. Φυσικά οι θάνατοι των δύο κοριτσιών έκαναν τον πατέρα να απομακρύνει τις άλλες δύο του κόρες και να τις στείλει σε άλλο σχολείο.
Ούσα η μεγαλύτερη πλέον από τα παιδιά του Patrick Brontë, η Charlotte έγινε και μητέρα για τα τρία αδέρφια της, ενώ ο δεσμός τους είχε οδηγήσει στο να δημιουργούν δικούς τους, φανταστικούς κόσμους και να τους περιγράφουν σε ιστορίες και ποιήματα, με πολλά από αυτά τα ανολοκλήρωτα χειρόγραφα να έχουν διασωθεί. Μέχρι το 1832 η Charlotte Brontë συνέχισε τις σπουδές της στο Roe Head στο Mirfield, ενώ το 1833 έγραψε και την πρώτη της ιστορία με τίτλο «The Green Dwarf» με το συγγραφικό ψευδώνυμο Lord Charles Albert Florian Wellesley. Το 1835 επέστρεψε στο Roe Head ως δασκάλα, όπου κι εργάστηκε για τρία χρόνια. Στη συνέχεια και μέχρι το 1841 εργάστηκε ως γκουβερνάντα για οικογένειες στο Yorkshire.

The Brontë sisters 2Το 1842 μετακόμισε στις Βρυξέλλες μαζί με την αδερφή της, Emily για να εργαστούν στο οικοτροφείο που διεύθυνε ο Constantin Héger μαζί με τη γυναίκα του, Claire, όπου Charlotte δίδασκε αγγλικά κι η Emily μουσική. Η διαμονή τους όμως ήταν αρκετά σύντομη, καθώς την ίδια χρονιά πέθανε η θεία τους, Elizabeth. Λίγο αργότερα η Charlotte γύρισε στις Βρυξέλλες για να επανέλθει στη θέση της δασκάλας στο σχολείο, μέχρι το 1844, χρονιά που επέστρεψε στο Yorkshire νοσταλγώντας το σπίτι της.

Το 1846 οι τρεις αδελφές χρηματοδοτούν την έκδοση μίας συλλογής των ποιημάτων τους με τα ψευδώνυμα Currer (Charlotte), Ellis (Emily) και Acton (Anne) Bell. Η Charlotte εξήγησε πως η επιλογή των ψευδωνύμων – με αυτά να παραπέμπουν περισσότερο σε ανδρικά ονόματα – δεν ήταν τυχαία, καθώς αν υπέγραφαν με τα πραγματικά τους ονόματα, θα έπρεπε να υποστούν την προκατάληψη που υπήρχε απέναντι στις γυναίκες συγγραφείς. Παρά το γεγονός πως από την ποιητική τους συλλογή πουλήθηκαν μόλις δύο αντίτυπα, οι αδερφές Brontë συνέχισαν απρόσκοπτα το συγγραφικό τους έργο.

Charlotte Brontë - Jane EyreΚατά τη διαμονή της στις Βρυξέλλες και με αφορμή το δέσιμο που είχε αναπτύξει με το διευθυντή του οικοτροφείου, η Charlotte Brontë είχε ξεκινήσει να εργάζεται πάνω στο χειρόγραφό της με τίτλο «The Professor» (μτφ.: «Ο Καθηγητής»). Αν και δεν παρουσιάστηκε κάποιο ενδιαφέρον από εκδοτικούς οίκους να το αναλάβουν, ένας εξ αυτών, ο Smith, Elder & Co. Εξέφρασαν την επιθυμία να δούνε περαιτέρω δουλειές του “Currer Bell”. Έτσι το 1847, εκδίδεται η «Jane Eyre» που πραγματεύεται την ιστορία μίας γκουβερνάντας που ερωτεύεται το μυστηριώδη εργοδότη της, κο Rochester, με το βιβλίο να βασίζεται και σε βιώματα της ίδιας της Charlotte Brontë από την περίοδο που εργάστηκε κι εκείνη ως γκουβερνάντα. Ο καινοτόμος χαρακτήρας του βιβλίου, που συνδύαζε νατουραλισμό και μελόδραμα έκαναν τη «Jane Eyre» άμεσα επιτυχία, με το βιβλίο να λαμβάνει διθυραμβικές κριτικές. Η παράλληλη, όμως έκδοσης του βιβλίου της Emily Brontë “Ανεμοδαρμένα Ύψη» και του «Agnes Grey» της Anne Brontë, ξεσήκωσαν υποψίες για την πραγματική ταυτότητα του “Currer Bell”, ενώ πολλοί που άρχισαν να πιστεύουν πως ο Bell ήταν στην ουσία γυναίκα άρχισαν να χαρακτηρίσουν τη γραφή «βάναυση». Παρ’ όλα αυτά η «Jane Eyre» συνέχισε να πουλά αντίτυπα και να χτίζει τη δική της φήμη.
Το 1848 ξεκινά να γράφει τη «Shirley» το δεύτερό της έργο, μόνο για να στη σταματήσουν τρεις θάνατοι στην οικογένεια. Η αρχή γίνεται με τον αδερφό της, τον Branwell, ο οποίος εξαιτίας του αλκοολισμού κι άλλων καταχρήσεων που υποψιαζόταν η Charlotte, πέθανε από βρογχίτιδα το Σεπτέμβριο του 1848. Δύο μήνες μετά πεθαίνει από φυματίωση η Emily και πέντε μήνες μετά από την ίδια ασθένεια η Anne. Μόνο μετά από αυτήν την τελευταία απώλεια η Charlotte Brontë συνέχισε με τη «Shirley», θεωρώντας τη συγγραφή ως έναν αποτελεσματικό τρόπο να διαχειριστεί το πένθος της. Η «Shirley» εκδίδεται τον Οκτώβριο του 1849 και, αντίθετα από τη «Jane Eyre», η αφήγηση γίνεται σε τρίτο πρόσωπο και πραγματεύεται τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία της εποχής, ενώ δεν υπάρχει ο έντονος συναισθηματισμός της «Jane Eyre».
Η επιτυχία της «Jane Eyre» και τα συνεχή αιτήματα του εκδότη της να έρθει στο Λονδίνο, οδήγησαν στην αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας του “Currer Bell”. Αυτό όμως δεν την εμπόδισε να ενσωματωθεί σε μεγαλύτερους λογοτεχνικούς κύκλους και να δημιουργήσει φιλίες με άλλους συγγραφείς, όπως την Elizabeth Gaskell, η οποία κι έγραψε τη βιογραφία της Charlotte Brontë μετά το θάνατό της.
Charlotte Brontë - VilletteΤο 1853 εκδίδεται το τρίτο βιβλίο της Charlotte Brontë με τίτλο «Villette». Πρωταγωνίστρια είναι η Lucy Snowe η οποία μετακομίζει από την Αγγλία σε μία φανταστική πόλη της Γαλλίας για να εργαστεί ως δασκάλα, όπου και θα ερωτευτεί έναν άντρα με τον οποίο δε μπορεί να είναι ποτέ μαζί. Στη «Villete» η αφήγηση γίνεται και πάλι σε πρώτο πρόσωπο, όπως με τη «Jane Eyre», ενώ η Brontë χρησιμοποιεί και πάλι προσωπικά της βιώματα, αυτή τη φορά από την περίοδο που έζησε στις Βρυξέλλες. Αν και σύμφωνα με κριτικές το συγγραφικό στυλ δε χαρακτηρίστηκε πολύ «θηλυκό», η «Villete» κέρδισε κι εκείνη το αναγνωστικό κοινό.

Την επόμενη χρονιά παντρεύεται τον Arthur Bell Nichols, ο οποίος ήταν βοηθός του πατέρα της στην ενορία του Haworth, ο οποίος από καιρό της είχε εξομολογηθεί την αγάπη του. Παρά την αντίθεση του πατέρα της, καθώς ο Arthur δεν είχε περιουσία, η Charlotte ανέπτυξε ακόμη μεγαλύτερα αισθήματα για εκείνον και τελικά παντρεύτηκαν τον Ιανουάριο του 1854. Δυστυχώς η ευτυχία τους θα κρατούσε λίγο, καθώς στις 31 Μαρτίου του 1855, εξαιτίας της δύσκολης εγκυμοσύνης της Charlotte Brontë της προκαλούσε συνεχείς ζαλάδες κι εμετούς, με αποτέλεσμα να πεθάνει από αφυδάτωση κι υποσιτισμό. Το τελευταίο έργο που είδε το κοινό από εκείνη ήταν «Ο Καθηγητής», ο οποίος εκδόθηκε μετά το θάνατό της το 1857.

 

You may also like