Ξέρω, ξέρω, σας έχω ζαλίσει με την… πάρτη του! Μία με την κόντρα με τη Μαρία Παπουτσάκη, μία με το «Fight Club» που σας παρουσίασα προχθές… Αλλά ας το παραδεχθούμε: όλοι μας θέλουμε να μάθουμε περισσότερα για αυτόν τον ηθοποιό που «με το καλημέρα» έχει εδραιωθεί στα κινηματογραφικά δρώμενα!
Ο Edward Harrison Norton γεννήθηκε στις 18 Αυγούστου του 1969 στη Βοστόνη, ενώ μεγάλωσε στην Columbia του Maryland. Ο πατέρας του υπηρέτησε στο Βιετνάμ ως υπολοχαγός στους Πεζοναύτες κι εν συνεχεία εργάστηκε στην Ασία ως δικηγόρος – με ειδίκευση στο περιβαλλοντικό δίκαιο – αλλά κι ως ομοσπονδιακός εισαγγελέας της κυβέρνησης Carter. Η μητέρα του ήταν καθηγήτρια αγγλικής φιλολογίας, αλλά πέθανε όταν ο Norton ήταν περίπου 28 ετών.
Μετά την αποφοίτησή του από το Λύκειο του Wilde Lake της Columbia, o Norton αποφοίτησε το 1991 από το τμήμα Ιστορίας της Τέχνης του Yale, όπου διέπρεψε επίσης στην κωπηλασία, ενώ ακόμη μαζί με τους Paul Giamatti και Ron Livingston που επίσης εκείνη την εποχή σπούδαζαν στο Yale πρωταγωνίστησαν σε παραγωγές του πανεπιστημίου. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε για ένα διάστημα στην Ιαπωνία στην εταιρεία του παππού του, την Enterprise Community Partners (όπου κι εξακολουθεί να είναι μέλος του Διοικητικού της Συμβουλίου), η οποία δραστηριοποιείται στην παροχή δυνατότητας χαμηλόμισθων να αγοράσουν σπίτια που βρίσκονται σε αναπτυσσόμενες κοινότητες σε προσιτές τιμές. Δύο χρόνια μετά επέστρεψε στις ΗΠΑ κι εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη για να παίξει σε παραστάσεις Οff-Broadway.
1996: «Ήρθα για να μείνω» – η αρχή
Το 1996 κάνει το κινηματογραφικό του ντεμπούτο με το ψυχολογικό θρίλερ «Primal Fear» με συμπρωταγωνιστές τους Richard Gere και Laura Linney. Ο ρόλος του κατηγορούμενου για το φόνο του επισκόπου Aaron που εμφανίζει σημάδια διχασμένης προσωπικότητας εντυπωσιάζει. Οι κριτικοί πλέκουν το εγκώμιο για τον – τότε – 26χρονο πρωτοεμφανιζόμενο ηθοποιό, ενώ κι η εισπρακτική επιτυχία της ταινίας τον φέρνει μέχρι και τις υποψηφιότητες για βραβείο BAFTA και για το Oscar Β’ Ανδρικού Ρόλου, ενώ κερδίζει τη Χρυσή Σφαίρα στην ίδια κατηγορία. Την ίδια χρονιά εμφανίζεται και στην κομεντί του Woody Allen «Everyone Says I Love You» αλλά και ως ο φίλος και δικηγόρος του εκδότη του Hustler Larry Flynt στην «Υπόθεση Larry Flynt».
To 1998 συμπρωταγωνιστεί με το Matt Damon στο αμφιλεγόμενο «Rounders» – το οποίο οι περισσότεροι ξεκίνησαν να το αναζητούν όταν άρχισε να γίνεται δημοφιλές το Texas Hold’ Em – για να έρθουν την ίδια χρονιά τα «Μαθήματα Αμερικανικής Ιστορίας». Στην ταινία του Tony Kaye, ο Norton υποδύεται τον Derek Vinyard, έναν πρώην νεοναζί που μετά την αποφυλάκισή του έχει εγκαταλείψει τις ρατσιστικές του πεποιθήσεις μόνο για να δει πως ο μικρότερος αδερφός του ακολουθεί τα δικά του άσχημα βήματα. Ο Edward Norton και πάλι αποθεώνεται, με την ερμηνεία του να τον οδηγεί πάλι στις υποψηφιότητες για Oscar, αυτή τη φορά για το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου. Εκείνη τη χρονιά το βραβείο τελικά κέρδισε ο Roberto Benigni για το «Η Ζωή είναι Ωραία» αλλά αυτό δεν εμπόδισε το περιοδικό Empire να κατατάξει την «ήττα» του Norton στη λίστα με τις «22 Πιο Σοκαριστικές Αδικίες στα Oscar». Να αποδώσουμε, όμως, και τα του Καίσαρος τω Καίσαρι… Ήταν εξαιρετικός κι ο Benigni στην ταινία του, αλλά ακόμη κι αν ο Norton δεν κράτησε το θείο Oscar στα χέρια του, νομίζω και πάλι κερδισμένος βγήκε, δεδομένης της δημοφιλίας του που με τα «Μαθήματα Αμερικανικής Ιστορίας» εκτοξεύθηκε!
Την επόμενη χρονιά τον επιστρατεύει ο David Fincher, μαζί με τους Brad Pitt κι Helena Bonham Carter για το «Fight Club». Εδώ δε θα επαναληφθώ, θα σας αφήσω να φρεσκάρετε μόνοι τη μνήμη σας!
Το 2000 ο Norton λέει να δοκιμάσει την καρέκλα του σκηνοθέτη και γυρίζει τη ρομαντική κομεντί «Keeping The Faith», όπου συμπρωταγωνιστεί με το Ben Stiller και τη Jenna Elfman. Αν και το αποτέλεσμα είναι ευχάριστο, είναι η πρώτη κι η τελευταία φορά για το Norton στο πόστο του σκηνοθέτη. Ένα χρόνο μετά έρχεται το «The Score» με τους Robert De Niro, Marlon Brando και Angela Bassett. Σε αυτή τη heist movie ο Norton υποδύεται το Jack Teller, ένα κλέφτη που κατόπιν των οδηγιών του αφεντικού του (Brando) καταφέρνει να πάρει μία θέση εργασίας στο τελωνείο του Καναδά για να φέρει ο De Niro σε πέρας την τελευταία του αποστολή: την κλοπή ενός γαλλικού σκήπτρου ανεκτίμητης αξίας, πριν αυτό επιστραφεί στη Γαλλία. Η ταινία, αν και θεωρήθηκε από τους κριτικούς ως «προβλεπόμενη» δέχθηκε στο σύνολό της θετικές κριτικές.
2002: μία γεμάτη χρονιά
To 2002 κι έπειτα από την αποτυχημένη μαύρη κωμωδία «Death to Smoochy», ο Norton γίνεται μέλος του πλούσιου cast της «Frida», με τη Salma Hayek να υποδύεται τη διάσημη Μεξικανή ζωγράφο. Ο Norton στην ταινία ερμηνεύει το ρόλο του Αμερικανού επιχειρηματία και μετέπειτα Αντιπροέδρου των ΗΠΑ – επί προεδρίας Gerald Ford – Nelson Rockfeller. Η ταινία, εκτός του ότι χάρισε στη Hayek μία υποψηφιότητα για το Oscar Α’ Γυναικείου Ρόλου, ήταν μία καλή προσθήκη στο βιογραφικό του ίδιου του Norton, ακόμη κι αν δεν ήταν κεντρικός ο ρόλος του.
Την ίδια χρονιά πρωταγωνιστεί στο remake του «Ανθρωποκυνηγού» του 1986, με την ταινία να μετονομάζεται σε «Κόκκινο Δράκο» (σημ.: ο τίτλος της νέας ταινίας είναι κι ο κανονικός του βιβλίου του Thomas Harris, που μας σύστησε και το χαρακτήρα του Lecter). Ο Norton υποδύεται το ρόλο που είχε ο William Petersen στην πρώτη ταινία και δεν είναι άλλος από εκείνον του πράκτορα του FBI Will Graham, του ανθρώπου που έβαλε στη φυλακή το Hannibal Lecter – τον οποίο φυσικά υποδύεται ο Sir Anthony Hopkins. Η ταινία, αν και δέχεται διφορούμενες κριτικές γίνεται εμπορικά ένα αξιόλογο μέρος της τριλογίας που ολοκληρώνει την ιστορία του Hannibal Lecter (έχουν προηγηθεί η «Σιωπή των Αμνών» το 1991 κι ο «Hannibal» το 2001). Κανείς όμως δε βρέθηκε να μιλήσει για την ανεπάρκεια του Norton – πολύ απλά γιατί δεν υπήρξε!
Άλλη μία σημαντική στιγμή στην καριέρα του είναι η «25η Ώρα» σε σκηνοθεσία Spike Lee. Η ταινία βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του David Benioff (ο οποίος ανέλαβε και το σενάριο της ταινίας) κι ο Norton ερμηνεύει το ρόλο του Monty Brogan, έναν έμπορο ναρκωτικών που έχει καταδικαστεί και κάνει τον απολογισμό του μία μέρα πριν περάσει την πύλη της φυλακής για να εκτίσει την επταετή ποινή του. Η ταινία είχε γίνει αντικείμενο συζήτησης, καθώς ο Spike Lee είχε αποφασίσει να κάνει γυρίσματα στο Ground Zero της Νέας Υόρκης λίγο μετά την τραγωδία της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 κι αυτό γιατί όπως είπε ο ίδιος «δεν ήθελα να αγνοήσω το γεγονός, αλλά να το εντάξω στην ιστορία». Αυτό δεν εμπόδισε τις θετικές κριτικές για την «25η Ώρα» – πολλοί κριτικοί παραδέχθηκαν πως ο Lee ήταν ο μόνος δημιουργός που είχε τα κότσια να την 11η Σεπτεμβρίου» – ενώ κι η ερμηνεία του Norton δεν πέρασε απαρατήρητη.
Το 2003 ο Norton επιστρέφει σε μία heist movie, συγκεκριμένα για το remake της «Ληστείας α λα Ιταλικά» του 1969, μαζί με τους Mark Wahlberg, Charlize Theron και Donald Sutherland. Η ταινία γίνεται εισπρακτική επιτυχία κι ο Norton είναι από τους καλύτερους «κακούς» σε heist movies! Πριν το «Μάγο Eisenheim», ο Norton έχει εμφανιστεί σε άλλες τρεις ταινίες, σε μικρότερους ρόλους. Όσο για το «Μάγο Eisenheim»; Παρά το γεγονός πως ήταν περιορισμένη η διανομή της ταινίας στης αίθουσες, κέρδισε αμέσως το ενδιαφέρον και την εκτίμηση κοινού και κριτικών. Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί και το «Βαμμένο Πέπλο», για το οποίο οι απόψεις των κριτικών διίστανται: δεν είναι αρνητικές, αλλά κάποιους δεν κατάφερε και να τους κερδίσει 100%.
Το 2008 ο Norton μπαίνει στο super hero κλίμα κι επιλέγεται για να υποδυθεί τον καθηγητή Bruce Banner aka… the Hulk στο «The Incredible Hulk». Άλλο που δεν ήθελε κι ο ηθοποιός, μια που δήλωνε και fan του Hulk! Η περιπέτεια φαντασίας με τον πράσινο γίγαντα είναι μέρος του Marvel Cinematic Universe, γίνεται εισπρακτική επιτυχία κι αποζημιώνει όσους fans έζησαν την «πίκρα» του Hulk με τον Eric Bana – τι δράμα κι ετούτο, τώρα που το θυμάμαι! Ο Edward Norton ενθουσιάζει στο ρόλο του οξύθυμου επιστήμονα, αλλά ο ίδιος αποφασίζει να μην τον υποδυθεί και πάλι, φοβούμενος πως θα ταυτιστεί μόνο με το χαρακτήρα του Banner ως ηθοποιός, και τελικά επιλέγεται ο Mark Ruffalo ως Hulk για τις επόμενες ταινίες των «Avengers».
Μετά το «Hulk» ακολουθούν κάποιες λιγότερο γνωστές στιγμές για το Norton, όπως το «Pride and Glory», για να έρθει το 2010 το «Stone» όπου συναντιέται και πάλι με το Robert de Niro μετά το «The Score». Ο Norton υποδύεται πάλι έναν underground χαρακτήρα και συγκεκριμένα έναν έγκλειστο εμπρηστή που για να εξασφαλίσει την υπογραφή του επιτηρητή του (De Niro) για αναστολή, του «ρίχνει» ως δόλωμα τη γυναίκα του (Milla Jovovich). Αν και εισπρακτικά η ταινία απέτυχε (έβγαλε σε έσοδα μόλις το 1/3 του budget), ο γνωστός κριτικός κινηματογράφου Roger Ebert δε διστάζει να γράψει μερικά καλά λόγια για τους δύο πρωταγωνιστές.
Το 2012 ο Norton αναλαμβάνει το ρόλο του αξιωματικού Eric Byer στο «The Bourne Legacy» (η οποία επεκτείνει την πλοκή πέρα από τα βιβλία του Robert Ludlum που υπογράφει τις περιπέτειες του Jason Bourne), ο οποίος αναζητά τον πράκτορα Aaron Cross (Jeremy Renner) που με τη σειρά του «σκαλίζει» τις ανακαλύψεις του Bourne σχετικά με μυστικές κυβερνητικές επιχειρήσεις. Η ταινία, λόγω ακριβώς του γεγονότος πως το κοινό δεν είδε τον Jason Bourne σε δράση, δημιούργησε ανάμεικτες εντυπώσεις τόσο σε αυτό όσο και στους κριτικούς.
Ευτυχώς το 2014 έρχεται το «The Grand Budapest Hotel» να «σώσει» την κατάσταση και δίνεται η ευκαιρία στον Edward Norton να συμμετάσχει σε μία μεγάλη παραγωγή ως μέρος ενός δυναμικού cast που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τους Ralph Fiennes, F. Murray Abraham κι Adrien Brody. Φυσικά γίνεται και μέρος της επιτυχίας που απολαμβάνει η ταινία!
Η πιο πρόσφατη επιτυχία του Norton είναι μόλις την περασμένη χρονιά με το «Birdman: Or (The Unexpected Virtue of Ignorance)», όπου ο Norton υποδύεται έναν ικανότατο, αλλά δύσκολο στις συνεργασίες του ηθοποιό. Η ερμηνεία του ξεχωρίζει αμέσως ανάμεσα στις υπόλοιπες των συμπρωταγωνιστών του και του δίνει την υποψηφιότητα για το Oscar Β’ Ανδρικού Ρόλου, φέρνοντάς τον και πάλι στο προσκήνιο ως «βαρύ πυροβολικό» του Hollywood.
Ένα πλούσιο βιογραφικό, ένας δραστήριος άνθρωπος. Εμείς απλά περιμένουμε κι άλλα projects του κι ίσως αξιωθούμε να τον δούμε να κερδίζει τελικά και το χρυσό αγαλματάκι!