Η απόπειρα της J.K. Rowling να γράψει ένα βιβλίο για ενήλικες προκάλεσε στον εκδοτικό κόσμο αντιδράσεις επιπέδου Δευτέρας Παρουσίας: η συγγραφέας αποχαιρετώντας τον Χάρι Πότερ αποχαιρέτισε και τον εκδοτικό οίκο που στήριξε όλη τη σειρά και ο καινούριος (Little, Brown and Company) έδινε πληροφορίες με το σταγονόμετρο, ανακοινώνοντας δεδομένα όπως τον αριθμό των σελίδων του βιβλίου, ή το χρώμα του εξώφυλλου, δημιουργώντας ένα κλίμα αναμονής που σίγουρα κατάφερε να αυξήσει τις παραγγελίες. Μαζί μ’ αυτό όμως ανέβασε και τις προσδοκίες.
Το πέρασμα ενός συγγραφέα από τα παιδικά βιβλία προς τα «κανονικά» είναι κάτι δύσκολο, κυρίως επειδή επιμένουμε να βάζουμε τα βιβλία σε κατηγορίες- όλοι περιμένουν την αποτυχία. Το “the Casual Vacancy”, αν είναι απαραίτητη μια σύγκριση με τα προηγούμενα βιβλία της J.K. Rowling, είναι ένα «Χάρι Πότερ» από την ανάποδη: είναι η περιγραφή μιας κλειστής κοινωνίας στην επαρχία Αγγλία, όμως μαζί με όλα τα κακά που συνεπάγονται: απογοητεύσεις, ναρκωτικά, αγένεια, ασέβεια, σεξουαλική ματαίωση, κόμπλεξ κατωτερότητας, ένα δίχτυ αλληλεξάρτησης που αποκαλύπτεται μετά τον θάνατο ενός κατοίκου ενός φανταστικού χωριού.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε στις 27 Σεπτεμβρίου και μέσα σε ώρες έφτασε στο νούμερο 1 στις πωλήσεις του Amazon για τις ΗΠΑ.
Και τελικά; Είναι καλό;
Οι ως τώρα αντιδράσεις είναι συγκρατημένα θετικές, με εξαίρεση το Time που το περιγράφει ως αριστούργημα, συγκρίνοντάς το με τα μεγάλα κλασικά μυθιστορήματα όπως το “Middlemarch” και με τις ιστορίες των αδερφών Μπροντέ:
“…Πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό. Δεν ήταν αυτό που περίμενα. Είναι ένα μεγάλο, φιλόδοξο, λαμπρό, βλάσφημο, αστείο, βαθιά ανατρεπτικό και υπέροχα εύγλωττο μυθιστόρημα της σύγχρονης Αγγλίας, πλούσιο σε λογοτεχνική νοημοσύνη και εντελώς στερημένο από ανοησίες, και αν δεν ήταν τόσο αυστηρά τα μέτρα ασφαλείας (από τον εκδοτικό οίκο) θα ήταν ή θα έπρεπε να είναι υποψήφιο για το βραβείο Booker. Είναι μια βαθιά συγκινητική ιστορία από κάποιον που καταλαβαίνει τους ανθρώπους και τα μυθιστορήματα πολύ, πολύ καλά. Είναι σαν να είναι η Rowling μια animagus, αλλά αντί να μεταμορφωθεί σε ελάφι ή σε σκυλί ή σε οτιδήποτε άλλο, μεταμορφώθηκε στον Ian McEwan.”
Οι New York Times είχαν μια πιο συγκρατημένη αντιμετώπιση:
«..Φυσικά, πολλοί συγγραφείς έχουν ως τώρα δημιουργήσει πορτρέτα της ζωής του μικρού χωριού συλλαμβάνοντας την υφή της καθημερινότητας με μεγάλο βάθος συναισθημάτων. Αυτό, δυστυχώς, δεν συμβαίνει σ’ αυτή την περίπτωση. Ενώ το σύμπαν του Χάρι Πότερ ήταν τόσο πλούσιο και περίπλοκο όσο η Μέση Γη του Τόλκιν ή Ο Μάγος του Οζ του Φρανκ Μπάουμ, το χωριό Pagford μοιάζει παράδοξα κοινότοπο – ένα χωριό σαν παιχνίδι, από του οποίου τις στέγες ξεσκεπάζονται η μοιχεία, η οικογενειακή διχόνοια και η σύγκρουση των γενεών μεταξύ των μικροσκοπικών ανθρώπων. Η εφευρετική φαντασία της Rowling μοιάζει σα να συνάντησε εμπόδια στην προσπάθειά της να γράψει για τον πραγματικό κόσμο και η ένταση ανάμεσα στο εγκόσμιο και το μαγικό περιόρισε την ικανότητά της να κάνει ένα από τα δύο, αποτυγχάνοντας να δημιουργήσει ένα δισδιάστατο, πόσο μάλλον τρισδιάστατο παραμύθι.»
Πηγή: http://www.lifo.gr