Το κάπνισμα χαρακτηρίζεται ως κακή συνήθεια… Η συνήθεια όμως ορίζεται ως μια επαναλαμβανόμενη πράξη ρουτίνας. Το κάπνισμα λοιπόν δεν είναι απλά μια συνήθεια αλλά εξάρτηση. Αυτή ορίζεται ως η κατάσταση με κύριο χαρακτηριστικο την επιτακτική ανάγκη για λήψη της ουσίας (της νικοτίνης στην προκειμένη), σε συνεχή ή περιοδική βάση, με στόχο να βιώσει ο χρήστης τα θετικά αποτελέσματα της δράσης της ουσίας ή να αποφύγει τη δυσφορία που προκαλεί η στέρησή της. Υποδηλώνεται σε δύο πτυχές: τη σωματική και τη ψυχολογική εξάρτηση.
Για την διάγνωση της εξάρτησης χρειάζεται η παρουσία τουλάχιστον τριών (3) από τα παρακάτω έξι (6) συμπτώματα:
• Έντονη επιθυμία χρήση της ουσίας
• Ανάπτυξη ανοχής στην ουσία
• Παρουσία στερητικού συνδρόμου με τη μείωση ή την διακοπή της ουσίας
• Ανάλωση σημαντικού χρόνου γύρω από τη συμπεριφορά χρήσης
• Εγκατάλειψη σημαντικών δραστηριοτήτων, κοινωνικών ή ψυχαγωγικών λόγω της χρήσης
• Εμμονή στη χρήση, παρά το γεγονός ότι προκαλεί στον χρήστη σοβαρά σωματικά ή ψυχολογικά προβλήματα και δυσλειτουργίες
Αν ένας καπνιστής αναλογιστεί πόσο συχνά αποζητά να καπνίσει μέσα στην μέρα, πόσα χρήματα ξοδεύει για το κάπνισμα, πόσο έχει αυξήσει το τσιγάρο από την στιγμή που το ξεκίνησε, το πιο πιθανό είναι να διαπιστώσει ότι πληροί τα κριτήρια της εξάρτησης.
[quote_right]Το πιο παράδοξο δε, είναι ότι ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι το κάπνισμα είναι δυνητικά θανατηφόρο με βαριές σωματικές ασθένειες, παρόλα αυτά συνεχίζουμε να καπνίζουμε…[/quote_right]
Σε αυτό η γνωσιακή – συμπεριφοριστική σχολή της ψυχολογίας, έχει την απάντηση:
Η συγκεκριμένη σχολή βασίζεται στην μελέτη της συμπεριφοράς και στους περιβαλλοντικούς παράγοντες που την επηρεάζουν, έχοντας ως κύριο εργαλείο την διαδικασία της μάθησης. Εν ολίγοις, συμπεριφερόμαστε με τον εκάστοτε τρόπο κάθε φορά με στόχο είτε την απόλαυση μιας ανταμοιβής (θετική ενίσχυση), είτε την αποφυγή μιας τιμωρίας (αρνητική ενίσχυση). Αναφέρει λοιπόν ότι το κάπνισμα καταλήγει να γίνεται συνήθης συμπεριφορά μέσα από την μάθηση. Αυτό επιτυχάνεται από την μετατροπή ασυνείδητων αντιδράσεων σε αυτόματες, μέσω της επαναλαμβανόμενης σύνδεσής του καπνίσματος με αρχικά ουδέτερες καταστάσεις. Για παράδειγμα, το άναμμα του τσιγάρου μετά το φαγητό, η σύνδεση του διαλείμματος στην εργασία με διάλειμμα για τσιγάρο, ο συνδυασμός καφέ και τσιγάρο κ.ά.
Ακόμη ένας σημαντικός παράγοντας στην εκμάθηση του καπνίσματος, είναι το γεγονός ότι αποτελεί μια ευχάριστη συνήθεια εξαιτίας της άμεσης ευχαρίστησης που προκαλεί. Βέβαια, τούτη η ευχαρίστηση τίθεται υπό αμφισβήτηση μιας και είναι γνωστό ότι τα περισσότερα τσιγάρα καπνίζονται μηχανικά, αναζητώντας ίσως ο οργανισμός εκείνη την αρχική ευχαρίστηση που ένιωθε στο ξεκίνημα του καπνίσματος, η οποία όμως έχει κορεσθεί πια εξαιτίας της ανοχής στην νικοτίνη. Επίσης, συχνά το κάπνισμα γίνεται μέσο χαλάρωσης ή προσαρμογής του ατόμου απέναντι σε κοινωνικές αντιδράσεις.
Αυτές είναι οι βραγχυπρόθεσμες ευχάριστες επιδράσεις που οδηγούν στην ενίσχυση και στην διατήρηση της καπνιστικής συμπεριφοράς.
Η παρέμβαση της εν λόγω σχολής στην διακοπή του καπνίσματος στηρίζεται στην διαχείριση των ερεθισμάτων και των καταστάσεων έτσι ώστε ο καπνιστής να μπορεί να τις αποσυνδέσει σιγά – σιγά από το κάπνισμα, παρεμβαίνοντας ταυτόχρονα στις βασικές πεποιθήσεις του ατόμου ώστε να αλλάξει τρόπο σκέψης για το τσιγάρο. Να σημειωθεί ότι τα θεραπευτικά της αποτελέσματα κρίνονται συχνά αξιόλογα.
Τέλος, το τσιγάρο θεωρείται εκτός από απόλαυση, διέξοδος από το άγχος και το στρες. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τον φαύλο κύκλο της εξάρτησης: η νικοτίνη πέφτει σε χαμηλά επίπεδα στο αίμα, οπότε εκδηλώνονται στερητικά συμπτώματα όπως η νευρικότητα και το άγχος. Καπνίζοντας αυξάνοται τα επίπεδα της νικοτίνης οπότε μειώνεται η νευρικότητα και το άγχος. Στην ουσία η απόλαυση και η χαλάρωση, προήλθαν από την ικανοποίηση του οργανισμού στον εθισμό της νικοτίνης.
Καταλήγοντας, με βάση το κάπνισμα ως εξάρτηση, η διακοπή του αποτελεί δύσκολη υπόθεση. Είναι βέβαιο ότι το άτομο θα δυσκολεύεται από αρνητικά συναισθήματα όπως η ευερεθιστότητα, η ανησυχία, το άγχος, ο θυμός, η νευρικότητα. Είναι σημαντικό ο καθένας να μπορεί να δημιουργήσει τους δικούς του τρόπους εκφόρτισης όλων των παραπάνω, οπλισμένος παράλληλα με επιμονή και υπομονή. Με βάση όσα είπαμε παραπάνω, θα ήταν επιβοηθητική η απομάκρυνση προσωρινά από ερεθίσματα και καταστάσεις όπου είναι σίγουρο ότι θα θέλει να καπνίσει.
Επίσης, μια πρακτική συμβουλή είναι ένας τρόπος απασχόλησης των χεριών ώστε το άτομο να μην αναζητά εκείνη την μηχανική κίνηση του χεριού στο κάπνισμα που συχνά είναι η αιτία για πολλά τσιγάρα. Ακόμη, ίσως να ήταν περισσότερο αποτελεσματική μια διακοπή του τσιγάρου σε συνδυασμό με μια μεγαλύτερη φροντίδα για το σώμα μέσω της σωματικής άσκησης, η οποία μπορεί να βοηθήσει στην αλλαγή του τρόπου ζωής άρα και της σκέψης του καπνιστή. Τέλος, υπάρχει πάντα η δυνατότητα λήψης θεραπευτικής υποστήριξης είτε ατομικά είτε ομαδικά.
Το να κόψεις το τσιγάρο όσο δύσκολη υπόθεση κι αν είναι, δεν παύει να είναι κάτι που πρέπει να γίνει. Πέρα από τα επιστημονικά ευρήματα και τις ιατρικές προειδοποιήσεις (που πάντα φαίνεται να απειλούν τους “απρόσωπους άλλους” και ποτέ εμάς), είναι σίγουρο ότι κάθε καπνιστής αντιλαμβάνεται λίγο ή πολύ την αρνητική επίδραση στο σώμα του και στον οργανισμό του: αλλοιωμένη η αίσθηση της γεύσης και άσχημη αναπνοή, αίσθημα κόπωσης και γρήγορη εξάντληση σε σωματικές δραστηριότητες, βάρος στο στήθος, βήχας κ.λ.π. Το επόμενο βήμα είναι η απόφαση… Καλή δύναμη!
* Άσκηση για το σπίτι: 1 τσιγάρο αναλογεί σε απώλεια 10 ζωτικών λεπτών. Με την μέθοδο των τριών υπολόγισε πόσα λεπτά έχεις ήδη χάσει…
Περισσότερες πληροφορίες για την Μαρία Μάρκου, πατήστε εδώ
Περισσότερα άρθρα από την ψυχολόγο μας, Μαρία Μάρκου:
–«Εναν καιρό που μ’έστελνε, η μάνα μου σχολείο…», από τη Μαρία Μάρκου
–Κρίσεις πανικού; Don’t panic!,από την Μαρία Μάρκου
–Εφηβεία και σεξουαλικότητα, από τη Μαρία Μάρκου
–Δώσε τόπο στην οργή, από την Μαρία Μάρκου