«Κάρτα αλλαγής να βάλω;» Ρητορική είναι η ερώτηση της πωλήτριας. Θέλω να πω «όχι». Δε θα το κάνω. Έχει ήδη αρχίσει να τη γράφει και να με «προειδοποιεί» για τα περιθώρια χρόνου σε περίπτωση αλλαγής, τη συρράπτει πάνω στη σακούλα από τη μέσα ευτυχώς πλευρά. Δίνω το δώρο και σκεπτόμενη την πωλήτρια και τον επιπλέον κόπο της να συμπληρώσει την εν λόγω κάρτα, με περισσή χαλαρότητα ξεστομίζω «αν δεν σου αρέσει, εννοείται μπορείς να το αλλάξεις». Μέσα μου φωνάζω «θέλω να σου αρέσει πολύ, δεν θέλω καν να σκεφτείς την περίπτωση αλλαγής, σου λέω να το αλλάξεις καθαρά από ευγένεια».
Έχω μαζέψει πολλά δώρα που από την ώρα που άνοιξα τη σακούλα ήξερα πως δεν θα τα χρησιμοποιούσα ποτέ, δε θα τα φορούσα ποτέ. Υπήρξαν και αυτά που απορείς πως κάποιος σκέφτηκε να σου τα προσφέρει. Από κείνα που λες «κάποιον άλλον θα σκεφτόταν». Δεν μου πήγε η καρδιά να τα αλλάξω όμως. Έπρεπε να καταλάβω αν ο «δώρο φέροντας» πήρε κάτι για να βγάλει την υποχρέωση, αν τα κριτήριά του ήταν οικονομικά, αν πρόκειται για δώρο που θα άρεσε πολύ να κάνουν στον ίδιο. Έπρεπε να καταλάβω.
Έπρεπε να καταλάβω γιατί μια φίλη μου έφερε στη γιορτή ένα ζευγάρι πολύτιμα σκουλαρίκια. Περιποιημένη συσκευασία, σε προδιαθέτει για προσεγμένο δώρο που θέλει να εντυπωσιάσει. Φαίνονται ακριβά τα σκουλαρίκια και μέσα από το κουτί τους ακόμα σε κάνουν να νιώσεις υποχρεωμένος. Τα βλέμματα πάνω μου και εγώ παριστάνω την ενθουσιασμένη. Τι πρόβλημα έχω; Δεν είναι το σχέδιο. Είναι που δεν φοράω σκουλαρίκια. Η τελευταία μου εμφάνιση με σκουλαρίκια ήταν στο δημοτικό. Δεν ξαναφόρεσα και έκλεισαν και οι τρύπες στα αυτιά μου. Δεν μπήκα καν στη διαδικασία να τις ξανανοίξω. Μα πως της ήρθε; Έπρεπε να καταλάβω. Οι καλοπροαίρετοι θα σκεφτούν πως ήθελε η φίλη ήθελε να μου δημιουργήσει το κίνητρο και αρχίσω να φοράω κοσμήματα. Καιρός να τρυπήσω και πάλι τα αυτιά μου. Οι κακοπροαίρετοι είναι πιο κοντά στο ότι δεν είχε καν προσέξει πως τα αυτιά μου είναι αστόλιστα τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια τουλάχιστον. Δεν τα άλλαξα. Ούτε τα φόρεσα ποτέ.
Έρχονται και τα γενέθλιά μου και στενή πολύ μου φίλη λέει πως θα μου πάρει το δώρο μου τις ερχόμενες ημέρες. Έφτασε μια συναυλία και ανέλαβε να αγοράσει τα εισιτήρια. Την περιμέναμε καιρό αυτή την εμφάνιση. Όπως αποδείχθηκε δεν άξιζε αυτή η αναμονή καθώς η αγαπημένη καλλιτέχνης δεν είχε όρεξη –σε αντίθεση με εμάς-. Δεν ήταν η μέρα της και περιμέναμε πλέον να περάσει η ώρα για να φύγουμε. Δεν είχα πληρώσει το εισιτήριο και έστω κι αν τα λεφτά αυτά αποδείχθηκαν «πεταμένα», έβγαλα να τα δώσω στη φίλη μου. «Α δεν στο είχα πει, αλλά είχα σκεφτεί αυτό να είναι το δώρο για τα γενέθλιά σου. Δε θα σου έπαιρνα χρήματα. Αλλά τώρα και να θες δεν μπορείς να το αλλάξεις…!». Μου άρεσε που δεν είχα αυτή την επιλογή τελικά. Και γέλασα με το χιούμορ της. Γιατί είχα καταλάβει.
Τα δώρα δεν δωρίζονται λένε. Τα δώρα εγώ θα ‘θελα να μην αλλάζονται. Είναι η σκέψη του άλλου φορεμένη πάνω σου, ακουμπισμένη πάνω στο γραφείο σου, τοποθετημένη μέσα στο χώρο σου. Κι αν δεν τα βάλεις ποτέ ή αν τα κρύψεις στο πατάρι, πάλι θα ‘χουν κάνει τη δουλειά τους. Αρκεί να μην τα πετάξεις. Είναι η σκέψη του άλλου για σένα και πρέπει να καταλάβεις.
Για να μάθετε ποια είναι η Ρούλα Καρακούση, πατήστε εδώ
Σχετικά άρθρα:
–Οι χοροί του 2013, από τη Ρούλα Καρακούση
–Όνειρα και όνειρα, από τη Ρούλα Καρακούση