Παρότι η Ελλάδα διακρίνεται για την πολυχρωμία στις διατροφικές της συνήθειες των κατοίκων της-και τις γευστικές ιδιαιτερότητες κάθε τόπου-υπάρχουν ορισμένα προϊόντα, τα οποία στο πέρασμα του χρόνου έχουν αποκτήσει την αίγλη και την καθολική αποδοχή μας, είτε είμαστε άνθρωποι της πόλης, του βουνού ή της θάλασσας.
Σίγουρα ένα από αυτά είναι το ούζο, το οποίο είναι ο οδηγός σε ένα καραβάνι μεζέδων και γεύσεων απ όλη την ελληνική επικράτεια.
Το ούζο δεν έχει αγαπηθεί μόνο επειδή ταιριάζει αρμονικά με γεύσεις, αλλά γιατί οι περισσότεροι το έχουμε συνδυάσει με καλοκαιρινές αναμνήσεις και με το αίσθημα ανεμελιάς και ευφορίας που δημιουργεί. Και αυτό γιατί το ούζο είναι ποτό της παρέας και ευφορία χωρίς παρέα δεν νοείται! Για μια σειρά πραγματικά δύσκολων ετών το ουζάκι άλλαζε την καθημερινότητα του Έλληνα κάνοντάς τη μια αυτοσχέδια λιτή γιορτή: αρκούσε ένα ποτηράκι μαζί με ελάχιστα συνοδευτικά, όπως μια αλατισμένη ντομάτα, αγγουράκι, ελιές και ένα βρεγμένο παξιμάδι… Βέβαια μετά από τη δεκαετία του 60 που αρχίζουν να κουτσοφτιάχνουν τα οικονομικά, το ούζο παίρνει το ρόλο του απεριτίφ ή αποτελεί και από μόνο του μια αφορμή για γιορτή, αφού μπορούμε να έχουμε στο τραπέζι μας ένα σωρό αγαθά που του ταιριάζουν: χταπόδια, καλαμάρια, ψάρια, γαρίδες, τουρσιά, όλα μαγειρεμένα με χίλιους δυο τρόπους και συνταγές απ όλη την Ελλάδα εκτινάσσουν τη μυθολογία του ούζου και του δίνουν την πρωτιά ανάμεσα στα «τουριστικά» γευστικά αγαθά.
Η κατοχύρωση από την Ε.Ε. το 1989 του ονόματος ΟΥΖΟ ως προϊόν το οποίο μπορεί να παράγεται μόνο στην ελληνική επικράτεια , βοήθησε στο να παραμείνει ανέγγιχτη η «βιολογική» ταυτότητα του ποτού και να μην ισοπεδωθεί η ποιότητα και ο χαρακτήρας του. Οι συνταγές του ούζου που πέρασαν με μεράκι από γενιά σε γενιά σήμερα ακολουθούνται καταρχήν από τους ποτοποιούς στη Λέσβο και ακολουθούν η Χίος, ο Τύρναβος, η Καλαμάτα και η Μακεδονία.
Το ούζο αποτελεί προϊόν απόσταξης από σταφύλια- τουλάχιστον κατά 20%- αλκοόλ, νερό και βότανα με απαραίτητη παρουσία του γλυκάνισου, η δοσολογία των οποίων αποτελεί το επτασφράγιστο μυστικό κάθε ουζοπαραγωγού. Τέλος οι αλκοολικοί βαθμοί ενός καλού ούζου είναι από 40%-50%.
Αυτή την εποχή του χρόνου όλη η Ελλάδα γίνεται μια παρέα. Οι μόλοι, τα πλακόστρωτα σοκάκια, οι αυλές και τα μπαλκόνια μοσχοβολούν γλυκάνισο και αντηχούν ψίθυρους απόλαυσης και γέλια: από το Πλωμάρι της Λέσβου και τις παπαλίνες ( τις ντόπιες και πιο νόστιμες σαρδέλες που υπάρχουν, από τον κόλπο της Καλλονής ), στο Φισκάρδο με τις γαριδομακαρονάδες, στις Σπέτσες με τα λιαστά χταπόδια… Στο λιμάνι του Πόρου με γαριδούλα τηγανιτή και από κει στη Σύρο του Μάρκου αλλά και στη Χαλκίδα που έχει όλων των ειδών τους ψαρομεζέδες….
Όπου και αν βρεθούμε πάντως ας αφήσουμε για λίγο την καθημερινότητα στην άκρη και ας αφεθούμε στην αλήθεια και στην ευθύτητα του ούζου. Καλή παρέα και 2-3 μεζέδες τα απαραίτητα συστατικά.