Τα υψηλά ποσοστά λήψης αλατιού, μπορούν να οδηγήσουν σε παχυσαρκία, ανεξάρτητα από την ποσότητα θερμίδων που λαμβάνουμε κατά την διάρκεια της ημέρας. Οι επιστήμονες ισχυρίζονται επιπλέον πως το αλάτι επηρεάζει επίσης όχι μόνον τον μεταβολισμό μας αλλά και τον τρόπο με τον οποίο ο οργανισμός μας απορροφά το λίπος.
Η κατανάλωση του αλατιού, δεν οδηγεί απευθείας στην αύξηση των κιλών ή του τοπικού πάχους, αλλά στην κατακράτηση των υγρών, που έχουν ως αποτέλεσμα την πρησμένη κοιλιά. Για τον λόγο αυτό, είναι πάγια εντολή του οποιουδήποτε διαιτολόγου, να μας συμβουλεύει να το καταναλώνουμε με μέτρο, σε οποιαδήποτε διαδικασία απώλειας κιλών. Αυτό φυσικά συμβαίνει, όχι εξαιτίας των πολλών θερμίδων που περιέχει, αλλά λόγω του ότι το αλάτι εμποδίζει τη διαδικασία απώλειας κιλών, μπλοκάροντας τον οργανισμό και τον μεταβολισμό μας.
Το κατά πόσον είναι εύκολο να μειώσουμε την κατανάλωση της λήψης του αλατιού, φυσικά είναι μια άλλη ιστορία, καθότι εμπεριέχεται σε πολλές τροφές, κυρίως τις τυποποιημένες, μιας και εκτός από την ένταση στη γεύση, το αλάτι λειτουργεί και ως πολύ καλό συντηρητικό. Εκεί κρύβεται και η δεκαπλάσια ποσότητα αλατιού που καταναλώνουμε, σε σχέση με αυτήν που θα έπρεπε, κανονικά σε καθημερινή βάση. Τα τυριά, τα αλλαντικά, τα παστά τρόφιμα αλλά και οι έτοιμες σάλτσες, είναι μόνο μερικοί από τους βασικούς ενόχους που εμπεριέχουν τεράστιες ποσότητες αλατιού στα συστατικά τους.
Ως εκ τούτου, μπορούμε να αντιληφθούμε πως το αλάτι από μόνο του, καθότι δεν έχει καμιά θερμιδική αξία, δεν παχαίνει. Ωστόσο, μας κρατάει πίσω σε οποιαδήποτε προσπάθεια απώλειας κιλών και καλό θα ήταν να μειώσουμε την κατανάλωσή του όσο το δυνατόν περισσότερο.