Μια νέα επιστημονική έρευνα από τον Καναδά επισημαίνει τη σημασία του «κολλητού» κατά την παιδική ηλικία, καθώς λειτουργεί ως ψυχολογική «ασπίδα» απέναντι στος στρες που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα υγείας σε μικρές αλλά και σε μεγαλύτερες ηλικίες.< εξηγεί ο δρ Γουίλιαμ Μπουκόφσκι, καθηγητής Ψυχολογίας, επικεφαλής του Κέντρου για την Έρευνα στην Ανθρώπινη Ανάπτυξη στο Πανεπιστήμιο Κονκόρντια στο Μόντρεαλ και ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης.
«Για παράδειγμα, εάν ένα παιδί είναι μόνο και δεχθεί την επίπληξη του δασκάλου του ή τσακωθεί με έναν συμμαθητή του, τότε παρατηρείται αύξηση των επιπέδων της ορμόνης (του στρες) κορτιζόλης και μείωση της αυτοεκτίμησής του» προσθέτει ο ειδικός.
Η «τονωτική ένεση» της φιλίας
Για να ολοκληρωθεί η μελέτη, οι ερευνητές ζήτησαν από 55 αγόρια και 48 κορίτσια από την πέμπτη και έκτη τάξη του δημοτικού να καταγράψουν τα συναισθήματα και τις εμπειρίες τους σε ένα ημερολόγιο, για μια χρονική περίοδο τεσσάρων ημερών. Κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου διαστήματος οι ειδικοί παρακολουθούσαν παράλληλα τα επίπεδα κορτιζόλης των νεαρών συμμετεχόντων, λαμβάνοντας συχνά δείγμα σάλιου.
Όπως αναφέρουν οι καναδοί επιστήμονες με σχετική τους δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό «Developmental Psychology», κάθε φορά που τα παιδιά βίωναν μια δυσάρεστη εμπειρία τα επίπεδα κορτιζόλης στον οργανισμό τους αυξάνονταν ενώ αντίθετα η αυτοεκτίμησή τους έκανε «βουτιά».
Παρατήρησαν όμως, ότι όταν το αρνητικό συμβάν διαδραματιζόταν παρουσία του κολλητού τους, οι αλλαγές που παρατηρούνταν τόσο στα επίπεδα κορτιζόλης όσο και στην ψυχολογική κατάσταση των παιδιών ήταν περιορισμένες.
Από την παιδική ηλικία εξαρτάται η μελλοντική υγεία
Σύμφωνα με τον δρ Μπουκόφσκι «Οι σωματικές και ψυχολογικές αντιδράσεις που είχαμε εμφανίσει ως παιδιά απέναντι σε δυσάρεστα γεγονότα, μας συνοδεύουν και επηρεάζουν τη μετέπειτα ζωή μας. Η αυξημένη έκκριση κορτιζόλης μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές σωματικές αλλαγές, όπως π.χ. η αποδυνάμωση του ανοσοποιητικού συστήματος και η επιβράδυνση της οστικής ανάπτυξης. Το αυξημένο στρες μπορεί να οδηγήσει στην επιβράδυνση των ρυθμών της ανάπτυξης του παιδιού» .