Έντονη ανησυχία εξέφρασαν οι επιστήμονες για τις αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες των ανθρώπων εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και ειδικά στην παιδική διατροφή.
Συγκεκριμένα υποστήριξαν πως τα δεδομένα από προηγούμενες περιόδους κρίσης και πείνας δείχνουν ότι άτομα που εκείνη την εποχή ήταν σε εμβρυική ή βρεφική ηλικία πλήρωσαν το τίμημα της κρίσης με αυξημένη εμφάνιση παχυσαρκίας, μεταβολικού συνδρόμου, διαβήτη και καρδιοπαθειών.
«Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, είμαστε ανήσυχοι σχετικά με τη σημερινή κρίση», ανέφερε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Διαβήτη στις 14 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας, Συντονιστής Διευθυντής της Α’ Παθολογικής Κλινικής και του Διαβητολογικού Κέντρου του Νοσοκομείου «Τζάνειο», Ανδρέας Μελιδώνης.
Σημείωσε ότι κατά τη διάρκεια οικονομικών κρίσεων οι διατροφικές επιλογές παύουν να είναι υγιεινές και οι άνθρωποι προκειμένου να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες, καταφεύγουν σε υδατάνθρακες και τροφές με απλή ενεργειακή αξία, παραμελώντας την ποιότητα της τροφής, δηλαδή παραμελώντας να ενισχύσουν τον οργανισμό με βιταμίνες και με μικροθρεπτικά συστατικά, όπως αυτά βρίσκονται στα φρούτα και στα λαχανικά.
Η οικονομική κρίση φαίνεται ότι επηρεάζει κυρίως τα άτομα που ανήκουν σε χαμηλότερες κοινωνικοοικονομικές τάξεις, καθώς σύμφωνα με μελέτη που διεξήχθη από το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και περιλάμβανε δείγμα 1.000 ηλικιωμένων κατοίκων της νησιωτικής χώρας (Μυτιλήνης, Λήμνου, Σαμοθράκης, Κεφαλονιάς, Ζακύνθου, Κέρκυρας, Κρήτης και Κύπρου), από το 50% των Ελλήνων χαμηλής μόρφωσης και εισοδήματος που κατοικούν στα νησιά, οι 4 στους 10 είναι παχύσαρκοι, περίπου οι 2 στους 10 έχουν διαβήτη, καταναλώνουν περισσότερο κρέας, δεν προσεγγίζουν εύκολα το ψάρι ως αντικαταστάτη του κρέατος, τρώνε πολλά γαλακτοκομικά πλήρη λιπαρών και πίνουν περισσότερο αλκοόλ.
Ανάλογα αποτελέσματα προέκυψαν και από μελέτη της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (σε 3.000 κατοίκους της Αττικής), στην οποία παρατηρήθηκε, σε αντίθεση με τα χαμηλά και τα μεσαία στρώματα, ότι τα άτομα με ανώτερη και ανώτατη μόρφωση κατανάλωναν περισσότερα φρούτα, ψάρια και λαχανικά και λιγότερα λιπαρά.
Άλλα αίτια που οδήγησαν στα παραπάνω αποτελέσματα ήταν το αυξημένο κόστος της υγιεινής διατροφής και η αδυναμία των συμμετεχόντων στη μελέτη να κατανοήσουν ότι είναι βλαβέρο για την υγεία τους, για παράδειγμα, να τρώνε 4-5 φόρες κρέας την εβδομάδα.
Σύμφωνα με τον κ. Μελιδώνη, ο σακχαρώδης διαβήτης σε συνδυασμό με την παχυσαρκία, έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις. Μέσα σε 30 χρόνια επταπλασιάστηκε ο αριθμός των πασχόντων από σακχαρώδη διαβήτη σε όλο τον κόσμο και από 50 εκατομμύρια που ήταν τη δεκαετία του ΄80 έφθασαν τα 350 εκατομμύρια. Οι αρμόδιοι του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) προβλέπουν ότι αν μέσα στην επόμενη 15ετία δεν υπάρξουν συντονισμένες παρεμβάσεις, ο αριθμός των πασχόντων θα υπερβεί τα 500 εκατομμύρια.
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Μελιδώνης, ένας στους 2 Έλληνες είναι υπέρβαρος και ένας στους 5 παχύσαρκος, ενώ πρόσφατη έρευνα σε παιδιά δημοτικού έδειξε ότι σχεδόν 4 στα 10 είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Περίπου 754.000 Έλληνες έχουν διαβήτη (8,8% του συνολικού πληθυσμού) και επιπλέον, περίπου 634.000 (7,4% πληθυσμού) έχουν διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη (στάδιο προ-διαβήτη).
Κάθε χρόνο 6.542 πολίτες πεθαίνουν από διαβήτη, ο οποίος είναι η 4η κυριότερη αιτία θανάτου στην Ευρώπη. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι, σύμφωνα με τον κ. Μελιδώνη, ότι το 24 – 30% των ανθρώπων που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη δεν έχουν επίγνωση της ασθένειας τους και παραμένουν αδιάγνωστοι.
«Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, δηλαδή η κακή διατροφή, η μειωμένη ανάγκη σωματικής δραστηριότητας και το πολύπλευρο καθημερινό στρες είναι αναμφισβήτητα η αφετηρία όλων των δεινών για τη μεταβολική υγεία μας. Η αντιμετώπιση όλων αυτών των τοξικών πτυχών αποτελούν την καρδιά της πρόληψης του διαβήτη» τονίζει ο κ. Μελιδώνης.
Πηγή: http://www.protothema.gr