Μπορεί το συγκεκριμένο wearable να μην βρίσκεται στη λίστα “επιθυμιών” του μέσου καταναλωτή όμως, σύμφωνα με ερευνητές, το Google Glass μπορεί να συμβάλλει θετικά στις κοινωνικές δεξιότητες των παιδιών με αυτισμό. Αρκεί να υπάρχει το απαραίτητο λογισμικό.
Η ομάδα ερευνητών της Ιατρική Σχολής του Πανεπιστημίου Stanford μελέτησε τα αποτελέσματα αλλά και την πρακτικότητα ενός wearable δικής τους κατασκευής με το όνομα Superpower Glass. Το Superpower Glass λειτουργεί με το Google Glass και ένα κινητό Android. Ο συνδυασμός βασίζεται σ’ ένα λογισμικό το οποίο μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να αναγνωρίσουν συναισθήματα που βιώνουν στη διάρκεια των κοινωνικών τους αλληλεπιδράσεων. Να σημειώσουμε εδώ πως το σύνηθες πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα αυτιστικά παιδιά είναι η αδυναμία τους να αντιληφθούν τη σημασία των εκφράσεων του προσώπου, λόγω της αδυναμίας τους να πραγματοποιήσουν οπτική επαφή με τους γύρω τους.
Στην έρευνα συμμετείχαν δεκατέσσερα παιδιά ηλικίας από τριών έως δεκαεπτά ετών που δοκίμασαν το Superpower Glass στο σπίτι τους για τη χρονική περίοδο των δύο μηνών, με τη συσκευή να έχει ρυθμίσεις για παιχνίδια αλλά και ”ελεύθερο παιχνίδι”. Στο τέλος της έρευνας και με γνώμονα την κλίμακα αξιολόγησης της κοινωνικής δυσλειτουργικότητας, τα παιδιά σημείωσαν μείωση στην κλίμακα κατά έναν μέσο όρο των 7,4 βαθμών. Μάλιστα έξι παιδιά σημείωσαν τόσο μικρή βαθμολογία που μεταφέρθηκαν σε τάξη με μαθητές με μικρότερο ποσοστό αυτισμού. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της έρευνας dr. Dennis Wall, γονείς δήλωσαν πως ήταν “σα να κατέβηκε ένας διακόπτης και τώρα το παιδί μας μας κοιτάζει”. Ωστόσο, παρά τα πολλά υποσχόμενα ευρήματα, μία τόσο μικρή ομάδα παιδιών δε θα μπορούσε να κάνει τους ερευνητές να κρίνουν το μέγεθος της επίδρασης του προγράμματος στα παιδιά.
Γι’ αυτό και προχώρησαν σε μία δεύτερη φάση της έρευνας, όπου συμμετείχαν εβδομήντα παιδιά όπου κάποια από αυτά χρησιμοποίησαν το Superpower Glass κι άλλα όχι, όπου διαπιστώθηκε η ίδια θετική επίδραση της πρώτης φάσης στα παιδιά που χρησιμοποίησαν το wearable.
Πώς λειτουργεί;
Το πρόγραμμα που σχεδίασαν ο Wall κι η ομάδα του αναγνωρίζει τα συναισθήματα της χαράς, της θλίψης, του θυμού, της απέχθειας, της έκπληξης, του φόβου και της καθώς και ουδέτερα συναισθήματα. Όταν το παιδί κάνει χρήση του Google Glass, αυτό λαμβάνει μία οπτικοακουστική ροή που αντανακλά αισθήματα μέσω της πρόσθιας κάμερας. Μπορεί έπειτα να παίξει το παιχνίδι “Πιάσε το χαμόγελο” το οποίο ωθεί το χρήστη να προκαλέσει χαμόγελο στο συνομιλητή του. Επίσης υπάρχει το παιχνίδι “Μάντεψε το συναίσθημα” μέσω του οποίου το παιδί πραγματοποιεί οπτική επαφή με τον γονιό του και μαντεύει το συναίσθημα που εκείνος επιδεικνύει.
Η εφαρμογή βασίζεται ως επί το πλείστον σε παρόμοιες τακτικές που χρησιμοποιούν οι ειδικοί σε αυτιστικά παιδιά, όπου χρησιμοποιούνται κάρτες για να βοηθήσουν τα παιδιά να αναγνωρίσουν τα συναισθήματα. Ωστόσο, η εφαρμογή του Superpower Glass επιτρέπει στους γονείς να εφαρμόσουν αυτές τις τακτικές χωρίς να περιμένουν στις (συνήθως) μεγάλες λίστες αναμονής για να συμβουλευτούν έναν ειδικό συμπεριφοράς.
Η αισιόδοξη πρόβλεψη του Wall είναι πως, εφόσον επιβεβαιωθεί πως η μέθοδος του Superpower Glass είναι πρακτική και με θετικά για το παιδί αποτελέσματα, αυτή μπορεί να βγει στην αγορά στον επόμενο χρόνο. Σε αυτήν την περίπτωση, το πρόγραμμα θα μπορεί να “τρέξει” από ένα Android κινητό που θα είναι συνδεδεμένο με οποιαδήποτε συσκευή Επαυξημένης Πραγματικότητας. Το πιο σημαντικό, όμως, σύμφωνα με τον Wall είναι πως “υπάρχουν πολλές δυνατότητες και πως μόλις ένα παιδί αρχίζει να αντιλαμβάνεται και να εκτιμά τις εκφράσεις ενός προσώπου θα μπορεί να αλληλεπιδράσει με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση”.
Τολμώ να πω πως, αν και κατά βάση διαφωνώ με την (άμετρη) έκθεση των παιδιών στην τεχνολογία, η συγκεκριμένη περίπτωση είναι η εξαίρεση.