Ο Επιθεωρητής… ήρθε στη Θεσσαλονίκη. Βρίσκεται εδώ από τις 22 Μαρτίου και εισβάλλει στη ζωή της οικογένειας Μπέρλινγκ, η οποία φιλοξενείται στη σκηνή του θεάτρου Αριστοτέλειο. Ο λόγος για το γνωστό έργο του Τζων Πρίσλεϋ «ο Επιθεωρητής έρχεται» σε μετάφραση και σκηνοθεσία του Γρηγόρη Βαλτινούμε συμπρωταγωνιστή Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο. Λίγο πριν από την απογευματινήπαράσταση μου αφιέρωσε λίγο χρόνο για να μιλήσουμε για το ρόλο του, το μήνυμα του έργου, καθώς και κάποια καλώς – ή και κακώς – κείμενα του χώρου του. Είναι μία μετρημένη, ήρεμη προσωπικότητα, που πατάει σταθερά στη γη. Τον ευχαριστώ και πάλι για το χρόνο και την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση.
Αντιγόνη Αδαμοπούλου (Α.Α.): Στη θεατρική παράσταση «Ο επιθεωρητής έρχεται» του Τζων Πρίσλεϋ υποδύεσαι τον Επιθεωρητή Γκουλ, ένα ρόλο που ερμήνευσαν στο παρελθόν ηθοποιοί μεγαλύτερης ηλικίας. Γι’ αυτό άλλωστε προστέθηκε κι η ατάκα «Μοιάζετε πολύ νέος για επιθεωρητής». Αυτή η «αλλαγή» έκανε πιο απαιτητικό το ρόλο για σένα;
Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος (Ο.Π.): Όχι. Ο ρόλος είναι από μόνος του απαιτητικός, είτε τον παίξει ένας ηθοποιός εξήντα χρονών, είτε τον παίξει ένας ηθοποιός σαράντα χρονών, είτε τον παίξει ένας ηθοποιός τριάντα και «κάτι» χρονών, όπως είμαι εγώ. Κι είναι απαιτητικός γιατί δεν είναι ακριβώς ένας ρόλος όπως οι άλλοι. Θέλω να πω, μέσες – άκρες, ό, τι κι αν είναι ένας ρόλος, συνήθως έχει ένα παρελθόν, έχει ένα παρόν, πιθανώς θα έχει κι ένα μέλλον. Έχει χαρακτηριστικά, έχει ψυχολογία, έχει ελαττώματα και προτερήματα, έχει, τέλος πάντων, πράγματα που βοηθούν εμάς τους ηθοποιούς να φτιάχνουμε ανθρώπους με σάρκα και οστά που μπορείς να δεις πίσω από τα μάτια τους τι σκέφτονται.
Εδώ δε μπορείς να το κάνεις αυτό. Ό, τι τέτοιο πράγμα κι αν αναζητήσεις δεν υπάρχει. Ίσως δεν είναι καν άνθρωπος ο ρόλος, αλλά ακόμα κι αν είναι, δεν ενδιαφέρει καθόλου τον Πρίσλεϋ να μας μιλήσει γι’ αυτόν. Κι ούτε το θέλει από τον ηθοποιό, απ’ όσο καταλαβαίνω εγώ, μπορεί ένας άλλος ηθοποιός να καταλάβει κάτι άλλο. Δε λέω την αντικειμενική αλήθεια, λέω την άποψή μου. Απ’ όσο καταλαβαίνω, λοιπόν, εγώ, δε θέλει ο Πρίσλεϋ να απασχολήσει τον ηθοποιό το ποιος είναι στ’ αλήθεια αυτός (σημ.: ο Γκουλ). Σημασία έχει τι δεν είναι περισσότερο, αλλά αυτό κάνει πολύ δύσκολη τη δουλειά του ηθοποιού. Δεν είναι εύκολο να παίξεις κάποιον που δεν είναι επιθεωρητής, ενώ λέει ότι είναι επιθεωρητής, που ασχολείται με ζητήματα ηθικά και λες «τι σόι αρμοδιότητα είναι αυτή τώρα;». Κι όλο αυτό να το κάνεις να έχει ένα ενδιαφέρον κι αυτό να μη γίνει ποτέ σαχλό ή να μη γίνει ποτέ βαρύγδουπο ή να μη γίνει ποτέ μια ιδέα ή να μη γίνει στ’ αλήθεια αυτό που είναι. Θέλω να πω, ότι στ’ αλήθεια ο λόγος που υπάρχει ο Επιθεωρητής είναι γιατί ο Πρίσλεϋ θέλει να πει κάποια πράγματα, αν το ψάξουμε και πολύ στο βάθος. Έχεις μόνο εμπόδια. Αυτά δε θα τα λύσεις αν είσαι εξήντα χρονών. Απλώς θα έχεις το κατ’ αρχήν παρουσιαστικό που λέει ότι είναι ένας επιθεωρητής. Δηλαδή θα έχεις τη μπλόφα του Πρίσλεϋ πολύ πιο έτοιμη.
Εμείς αποφασίσαμε με το Γρηγόρη να την αποσύρουμε τη μπλόφα. Καταφανώς από την αρχή να μην τη βάλουμε στο παιχνίδι. Να μη δημιουργήσουμε στο κοινό το… τάχα μου δήθεν «αστυνομικό σασπένς» του τύπου «ω, ένας επιθεωρητής ήρθε» κι εν τέλει «α, δεν ήταν επιθεωρητής». Να πούμε από την αρχή «όχι, φίλε, ήρθε ένας επιθεωρητής που ο Θεός ξέρει τι είναι». Και νομίζω πως έχει ένα άλλου είδους αστυνομικό ενδιαφέρον αυτή η πλευρά. Κι από την αρχή λες «τι στην ευχή γίνεται εδώ; Τι δεν πάει καλά;. Γιατί κάτι δεν πάει καλά». ενώ στο έργο του Πρίσλεϋ μέχρι ένα σημείο νομίζεις ότι κάτι πάει καλά. Δηλαδή ότι όντως αυτός είναι ένας επιθεωρητής. Αυτή είναι η διαφορά μόνο. Κι αυτή είναι η «μεγάλη» απάντησή μου στην ερώτησή σου!
Α.Α.: Στην ουσία αυτό που μας λέει ο Πρίσλεϋ είναι πως ο Επιθεωρητής είναι ο καταλύτης ώστε να «ξεσκεπαστούν» μυστικά μίας καθ’ όλα υπεράνω υποψίας οικογένειας. Κατά τη γνώμη σου, τι είναι αυτό που ωθεί έναν άνθρωπο να πλάσει μία άλλη εικόνα για τον εαυτό του;
Ο.Π.: Να πλάσει μία εικόνα διαφορετική από αυτή που είναι στην πραγματικότητα δεν είναι κι απολύτως ακριβές. Στην αλήθεια είναι να «κρύψει» κάποια χαρακτηριστικά του που δεν τον συμφέρουν. Γιατί δε λέει πουθενά ο Μπέρλινγκ πως απέκρυψε πως απέλυσε μία υπάλληλο. Φανερά το έκανε, την απέλυσε. Ούτε η γυναίκα του υπέκρυψε ότι δε θα βοηθήσει μία κοπέλα που χρειάζεται βοήθεια. Απέκρυψε ο γαμπρός τη ερωμένη του, ε, δεν είναι ο πρώτος. Κι απέκρυψε κι ο γιος μια σχέση παράνομη, που υπήρχε και μία εμπλοκή του λίγο περίεργη, και με κάποια λεφτά που φύγανε περίεργα. Δηλαδή αποκρύψανε δύο άτομα κάποια πράγματα που δεν τους συνέφεραν. Οι άλλοι δεν τα’ αποκρύψανε καθόλου. Άρα δεν είναι ότι κάποιος έκρυψε την αλήθεια. Είναι στην ουσία η αναζήτηση της συνείδησης αυτού που έχει κάνει κάποιος. Όχι αν το κρύβει ή δεν το κρύβει, αλλά να καταλάβει ότι αυτό στ’ αλήθεια επηρεάζει τη ζωή του άλλου. Και δεν είναι απλώς μια λεπτομέρεια που για σένα μπορεί να είναι κι ασήμαντη. «Ε, τι είπαμε, μωρέ; Εντάξει, απολύστε την, γιατί δε μου φέρθηκε καλά η υπάλληλος. Εντάξει, δεν τη σκότωσα κιόλας.» Αυτό έρχεται να «φωτίσει» ο Επιθεωρητής. Έρχεται να δώσει μία πιο σημαντική διάσταση σε κάποια πράγματα που φαντάζουν πιο ασήμαντα. Κι αν δεν το κάνει αυτό θα έχει χαθεί μία ζωή χωρίς λόγο. Έρχεται να δώσει λόγο στ’ αυτήν την απώλεια, να πει ότι «μισό λεπτό, υπάρχει λόγος που συνέβη. Αλλά καλό θα ήταν να σκεφτείς ότι τα έκανες. Κι αν αυτό το καταλάβεις ίσως αλλάξουν κάπως τα πράγματα.».
Α.Α.: Κι έρχονται οι ήρωες του έργου, βασικά, αντιμέτωποι με άλλες «δυνάμεις», με κάποιες αρχές, τις οποίες ίσως αγνοούσαν. Ή για να το θέσω καλύτερα, έκαναν πως δεν τις έβλεπαν.
Ο.Π.: Δεν ξέρω αν τις αγνοούσαν στ’ αλήθεια. Δε νομίζω πως κανένας από εμάς αγνοεί τι είναι το σωστό και τι το λάθος. Απλώς κάνει πως δεν το ξέρει. Ή λέει «εντάξει, μωρέ, δεν έχει τόση σημασία.». Αλλά όλοι το ξέρουμε πάνω κάτω. Και δεν το λέω χριστιανικά ή θρησκευτικά. Κοινωνικά τι είναι το σωστό και τι το λάθος.
Α.Α.: Θέατρο, κινηματογράφος, τηλεόραση. Έχεις δουλέψει και στα τρία μέσα. Πού αισθάνεσαι πιο οικεία;
Ο.Π.: Νομίζω παντού αισθάνομαι οικεία. Και καθόλου οικεία. Αισθάνομαι οικεία όταν λειτουργώ και πολύ ανοίκεια όταν δε λειτουργώ, όταν κάτι δεν πάει καλά. Δεν έχει σχέση το μέσον. Αισθάνομαι πολύ οικεία μέσα σ’ έναν ρόλο που τον καταλαβαίνω και που ξέρω τι κάνω και που μ’ αρέσει και πολύ ανοίκεια όταν αυτά δεν υπάρχουν. Το ίδιο και για το θέατρο, το ίδιο και για την τηλεόραση. Μ’ αρέσουν πολύ και τα τρία. Τα κάνω με πολύ αγάπη και τα τρία και νομίζω τα κάνω και τίμια. Αλλά οικειότητα αισθάνομαι ανάλογα με τη συνθήκη κι όχι ανάλογα με το είδος.
Α.Α.: Υπάρχει κάποιος ρόλος με τον οποίο πιστεύεις πως το κοινό σ’ έχει ταυτίσει περισσότερο;
Ο.Π.: Κατά καιρούς με ταυτίζει με αυτό που είναι πιο πρόσφατο, όπως συμβαίνει με όλους τους ηθοποιούς. Και κυρίως στις τηλεοπτικές εμφανίσεις είναι πιο έντονο, στο θέατρο σπάνια σε ταυτίζει κάποιος με κάτι. Στην τηλεόραση όταν σε βλέπει, είσαι αυτός που βλέπει εκείνη τη στιγμή. Υπάρχει μία μερίδα του κόσμου που σε ταυτίζει με αυτό, μετά σε βλέπει σε κάτι άλλο, σε ταυτίζει μ’ εκείνο. Δε νομίζω πως μ’ έχει ταυτίσει κάποιος με κάτι συγκεκριμένο.
Α.Α.: Το ρωτάω γιατί τυχαίνει με κάποιους συναδέλφους σου. Να τον δει κάποιος στο δρόμο κα να πει «α, είναι ο τάδε» και να πει το όνομα του χαρακτήρα που υποδύεται, αντί για το πραγματικό του όνομα.
Ο.Π.: Και για μένα θα συμβεί αυτό. Αναλόγως τι θυμάται κάποιος, τι του έκανε περισσότερο εντύπωση, τι του άρεσε περισσότερο ή τι του είναι πιο πρόσφατο, ξαναλέω. Παίζει κι αυτό ρόλο.
Α.Α.: Είσαι ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, τη στιγμή που άλλοι συνάδελφοί σου στο χώρο απασχολούν κανάλια κι έντυπα για την παραμικρή τους κίνηση. Είναι σημαντικό για σένα να προστατεύσεις την προσωπική σου ζωή; Πόσο εύκολο είναι να τη διατηρήσεις μακριά από τις κάμερες;
Ο.Π.: Είναι αυτονόητο. Είναι πολύ εύκολο. Δεν τέθηκε ποτέ ζήτημα να μην τη διατηρήσω, ούτε απειλήθηκε ποτέ από κανέναν, ούτε με περιμένουν δημοσιογράφοι ενοχλητικοί να μου κλέψουν τις ιδιωτικές μου στιγμές. Δεν τους είδα, δεν τους ξέρω, ούτε ποτέ μου τους συνάντησα. Φαντάζομαι κι αυτοί με τη σειρά τους επίσης δεν έχουν καμιά διάθεση να το κάνουν. Κανείς στ’ αλήθεια δεν έχει διάθεση να ενοχλήσει κάποιον, αν κι εκείνος δε θέλει λίγο να ενοχληθεί. Σαφώς μπορεί να σου το πω αυτό τώρα και μεθαύριο να συμβεί κάτι και να μ’ ενοχλήσει. Θα το θεωρήσω εξαίρεση. Δε λέω ότι δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί τίποτα που να μ’ ενοχλήσει, προς Θεού.
Άλλο τώρα αν είσαι ο Brad Pitt που μπορεί όντως να σε κυνηγάνε, γιατί είναι πολλά τα λεφτά που παίζονται στην πλάτη σου! Μια φωτογραφία μπορεί να αξίζει πολλά λεφτά, άρα υπάρχει όντως μια αληθινή ανάγκη να κλέψει κάποιος στιγμές σου, ή να αξίζει αυτό, να μεταφράζεται σε χρήμα. Κι ο, τιδήποτε μεταφράζεται σε χρήμα έχει λόγο ύπαρξης. Τώρα το να κλέψει κάποιος δικές μου προσωπικές φωτογραφίες και να τις περάσει σε μια εφημερίδα δε μεταφράζεται σε χρήμα. Δε νομίζω ότι απασχολεί κανέναν κι ούτε θα πληρώσει για να μάθει την κοινότυπη κι απολύτως αδιάφορη για όλους τους άλλους προσωπική μου ζωή, γιατί τέτοια είναι. Είμαι ένας άνθρωπος που ζει όπως όλοι οι υπόλοιποι γύρω του
Θέλω να πω, είναι πολύ αυτονόητο για μένα ότι δε θα αφορά τους άλλους η προσωπική μου ζωή, όπως δε με αφορά και η δική τους και νομίζω πως αυτό που υπάρχει και δημιουργείται είναι μία συνεννόηση ανάμεσα σε όλους όσους συμμετέχουν σ’ αυτό το παιχνίδι και ξέρουν ποιος γουστάρει λίγο να τον ενοχλήσεις και ποιος όχι.
Α.Α.: Είσαι ένας νέος άνθρωπος και πατέρας. Αν το παιδί σου αποφασίσει κάποια στιγμή να ακολουθήσει το δικό σου επαγγελματικό δρόμο, τι συμβουλές θα του έδινες; Τι θα του έλεγες να προσέξει περισσότερο;
Ο.Π.: Δε μπορεί να προσέξει τίποτα, όπως ούτε εγώ μπορώ να προσέξω, όπως ούτε κανένας μπορεί να προσέξει τίποτα. Το μόνο που πιστεύω πως μπορεί να κάνει κάποιος στη ζωή είναι να κάνει αυτό που θέλει. Κι όσο πιο πολύ καταλάβει τι θέλει και μ’ όσο πιο πολύ πάθος κάνει αυτό που θέλει, τόσες περισσότερες πιθανότητες έχει για να το κάνει καλά κι άρα αφού θα το κάνει καλά. Δ`εν έχω να το συμβουλεύσω τίποτα, ούτε ξέρω κάτι παραπάνω να πω. Το μόνο που θα μ’ ένοιαζε θα ήταν αυτό. Να είναι όντως μία αληθινή επιθυμία και να υπάρχει, βεβαίως και το ταλέντο. Στη δική μου δουλειά, δυστυχώς δε φτάνει μόνο η επιθυμία, χρειάζεται και το ταλέντο. Δεν πιστεύω στις ασφαλείς δουλειές, ούτε θεωρώ ότι η δική μου είναι μία ανασφαλής δουλειά ενώ κάποιες άλλες είναι πολύ πιο ασφαλείς από τη δική μας. Αν έχει κλίση, να το κάνει! Με όλη μου τη χαρά! Και με όλη μου την καρδιά!
Α.Α.: Τι πιστεύεις πως πρέπει να διατηρήσουμε άθικτο σε μία εποχή όπως αυτή που ζούμε;
Ο.Π.: Τη αξιοπρέπειά μας. Αυτό μόνο. Την αξιοπρέπειά μας. Αυτή διαφυλάσσει και μία σειρά από άλλα πράγματα που συνεπάγονται της αξιοπρέπειας και είναι και προαπαιτούμενα για να μπορέσει κάποιος να διατηρήσει την αξιοπρέπειά του, αλλά είναι και αποτέλεσμα της διατήρησης της αξιοπρέπειας. Την αξιοπρέπειά μας και τη μνήμη μας. Με ό, τι μπορεί να συμπεριλαμβάνει η λέξη «μνήμη». Είτε αυτό λέγεται γνώση της ιστορίας είτε αυτό είναι τι είδαμε και τι ακούσαμε πιο πριν, τι καταλάβαμε λίγο πριν που δεν πρέπει να το ξεχάσουμε αμέσως μόλις περάσει η μπόρα. Νομίζω ότι αν κανείς διαφυλάξει αυτά τα δύο έχει σοβαρές ελπίδες να σταθεί στα πόδια του μετά τη μπόρα.
Α.Α.: Μετά τον «Επιθεωρητή» υπάρχουν κάποια σχέδια;
Ο.Π.: Υπάρχουν, ναι, απλώς ακόμα είναι λίγο πριν να μπορέσουν ακόμη να ανακοινωθούν. Ίσως σε κανένα δεκαήμερο να είναι και πιο ξεκάθαρο το τοπίο. Είναι πιο πολύ θολή περίοδος αυτή για όλους και σ’ αυτήν την περίοδο το μόνο που δεν έχει νόημα είναι να μιλάει κάποιος για πράγματα που δεν έχουν απολύτως «κλειδώσει».
Η παράσταση «Ο Επιθεωρητής έρχεται» φιλοξενείται στο θέατρο Αριστοτέλειο (Εθνικής Αμύνης 2, τηλ. 2310-262051) κάθε Παρασκευή Σάββατο και Κυριακή και θα διαρκέσει έως και τις 28 Απριλίου. Επίσης η τιμή των του εισιτηρίου των 12€ που ισχύει για τις παραστάσεις της Πέμπτης μεταφέρεται στις παραστάσεις της Παρασκευής.
Περισσότερες πληροφορίες, εδώ