Επανήλθαμε και πάλι για να γνωρίσουμε καλύτερα μία ιδιαίτερη προσωπικότητα της τέχνης, και πιο συγκεκριμένα της ζωγραφικής. Σαν σήμερα, 28 Ιανουαρίου, το 1912 γεννήθηκε στο Wyoming των Ηνωμένων Πολιτειών ο Jackson Pollock, ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους και συνάμα αξιοπρόσεκτους για τη δουλειά τους ζωγράφους. Κι αυτό γιατί ο Pollock ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους τους ρεύματος του αφηρημένου εξπρεσιονισμού*.
Το όνομα «Pollock» προήλθε από τους γείτονες του πατέρα του Jackson, LeRoy, οι οποίοι τον υιοθέτησαν όταν οι γονείς του LeRoy McCkoy πέθαναν. Λόγω του επαγγέλματος του LeRoy Pollock – αγρότης και μετέπειτα τοπογράφος της κυβέρνησης- , η οικογένεια αναγκαζόταν συχνά να μετακομίζει. Το 1929 κι ακολουθώντας τον αδερφό του, Charles, ο Jackson κατέληξε στη Νέα Υόρκη, όπου και σπούδασε κοντά στον Thomas Hart Benton ζωγραφική στο Art Students League, όπου σύντομα ανέπτυξε το δικό του χαρακτήρα για τους πίνακές του. Αυτή του η «ανεξαρτησία» οδήγησε σε μία καλοκαιρινή περιοδεία στις δυτικές πολιτείες μαζί με τον Benton κι έναν ακόμη συμφοιτητή του.
Κατά τη μεγάλη κρίση του 1938, ο Pollock είχε ήδη αρχίσει να εθίζεται στο αλκοόλ, ενώ το 1943 άρχισε να στρέφεται στην ψυχοθεραπεία για να καταπολεμήσει την κατάθλιψη. Επηρεασμένος από τον Carl Jung, ο Pollock μέσα από τους πίνακές του αναζητούσε τη διέξοδο, αποτυπώνοντας, μάλιστα αυτήν την επιρροή.
Εκείνη τη χρονιά περίπου ήρθε κι η εξέλιξη του Pollock, όταν η Peggy Guggenheim, ανιψιά του ιδρυτή του Κέντρου Guggenheim, Solomon, του έδωσε το εισιτήριο για να εκθέσει στο Μουσείο τα έργα του. Είχε ενθουσιαστεί από τη νέα τεχνική που ανέπτυξε ο Pollock για τους πίνακές του, το dripping. Σύμφωνα με αυτήν την τεχνική, το χρώμα έπεφτε ακανόνιστο πάνω στον καμβά, δημιουργώντας έτσι μία σχεδόν γεωμετρική δομή. Το dripping ήταν μία τεχνική που κανένας άλλος ζωγράφος δεν κατάφερε να εφαρμόσει στα έργα του, πράγμα που έδινε αυτή τη μοναδικότητα σε εκείνα του Pollock, καθώς αποτύπωναν ακόμη περισσότερο τον ψυχισμό του Pollock εκείνη τη στιγμή. Γι’ αυτό και τότε, το περιοδικό TIME του «κόλλησε» το παρατσούκλι «Jack the Dripper». Για την τεχνική του ο Pollock έλεγε «προτιμώ να ζωγραφίζω σ’ έναν μεγάλο καμβά στο πάτωμα. Δουλεύει όλο μου το κορμί, μπορώ να μπω μέσα στον πίνακα, να γίνω μέρος του.»
Τον Οκτώβριο του 1945, ο Pollock παντρεύεται την επίσης ζωγράφο Lee Krasner κι εγκαθίστανται στη νότια ακτή του Long Island, με την οικονομική βοήθεια της Peggy Guggenheim. Η Krasner δούλευε για να ζήσουν, ενώ ο Pollock χανόταν στο ατελιέ του με τις ώρες για να τελειοποιήσει την τεχνική του.
Το απόγειο της δόξας του Pollock ήταν από το 1947 έως το 1950, με τα μέσα και το κοινό να παραληρούν για το ζωγράφο που εντυπωσιάζει «στάζοντας μπογιές». Από το 1951 και μετά, όμως, ο Pollock εγκαταλείπει το dripping, γυρνάει σε πιο σκοτεινές απεικονίσεις, είναι πιο εμφανείς οι φιγούρες στους πίνακες, ενώ οι εκθέσεις του είναι πλέον πιο εμπορικές. Οι συλλέκτες άρχισαν να πιέζουν ασφυκτικά για τα έργα του, πράγμα που τον κάνει να βυθιστεί περισσότερο στο αλκοόλ.
Το 1955 ο Pollock ζωγράφισε δύο τελευταίους πίνακες, ενώ την επόμενη χρονιά στράφηκε στη γλυπτική χρησιμοποιώντας σύρμα, πηλό και γάζες. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, ο Pollock και μία κοπέλα, η Edith Metzger, σκοτώθηκαν σε αυτοκινητικό δυστύχημα, ενώ εκείνος οδηγούσε υπό την επήρρεια του αλκοόλ. Από το δυστύχημα επέζησε η Ruth Kligman, ζωγράφος κι ερωμένη του Pollock. H Lee Krasner διαχειρίστηκε την περιουσία του Pollock και διατήρησε ζωντανή τη φήμη του άντρα της.
Το χαρακτήρα του Jackson Pollock τον γνώρισα πρώτη φορά το 2000 στη βιογραφική ταινία «Pollock» με πρωταγωνιστές τους Ed Harris και Marcia Gay Harden. Φυσικά με είχαν παραξενέψει τα μοτίβα των έργων του κι αδυνατούσα να τα καταλάβω. «Μα δε βλέπω κάτι ξεκάθαρο». Αν είναι, όμως κάτι, που μου έμαθε η δουλειά του Pollock – Και γι’ αυτό θεωρώ πως του αξίζει ένας μεγάλος σεβασμός στο έργο του – είναι πως ποτέ και για κανένα έργο, είτε είναι ποίηση, είτε πίνακας ζωγραφικής είτε ο,τιδήποτε, δε μπορεί να πει με σιγουριά «αυτό θέλει να πει ο καλλιτέχνης».
Γιατί αυτό που θα δούμε κρεμασμένο στην αίθουσα του μουσείου ή αυτό που θα διαβάσουμε ή θα ακούσουμε έχει μία «κατάθεση ψυχής» του δημιουργού την οποία, όσο κι αν προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε, πάντα θα εγείρει μία μυστηριώδη αύρα, που θα κάνει το έργο ακόμη πιο μοναδικό. Στην τελική… δεν ήταν χαζή η Julia Roberts στο «Mona Lisa Smile» που πήγε τις μαθήτριές της να δούνε τον πίνακα «No. 1, Lavender Mist»!
Εκτός από αρκετά μουσεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, έργα του Pollock συμπεριλαμβάνονται ενδεικτικά στις εκθέσεις των εξής μουσείων:
Kunsthaus της Ζυρίχης
Tate Gallery του Λονδίνου
The Albertina στη Βιέννη
Μουσείο Τέχνης του Τελ Αβίβ
Städtische Galerie στη Φρανκφούρτη.
*Πρόκειται στην ουσία για το επόμενο στάδιο του εξπρεσιονισμού. Εξπρεσιονιστές ζωγράφοι, όπως ο Van Gogh ή ο Munch αποτύπωναν στα έργα του έντονο συναισθηματισμό – συνήθως σκοτεινό, φοβισμένο. Ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός είναι ένα βήμα παραπέρα, όπου κυρίαρχος είναι ο αυτοσχεδιασμός κατά τη εφαρμογή του χρώματος στον καμβά – χωρίς να απλώνεται προσεκτικά – κι η ελεύθερη δομή που δημιουργείται στον πίνακα.