Γράφω αυτές τις γραμμές γνωρίζοντας πως παίρνω το ρίσκο να μπω σε ένα είδος κόντρας με τον αγαπημένο μου κατά τ’ άλλα «Προμηθέα». Διόλου απίθανο να γυρίσει και να μου πει πως «δεν εξαφανίστηκε, η γυναίκα τον ευνούχισε και δεν τολμά να τον πλησιάσει» ή πως «όταν βγαίνετε σηκώνετε τόσο τη μύτη με κίνδυνο να βρέξει σοβάδες από το ταβάνι και να τους πιούμε μαζί με το ποτό»! Επομένως πρέπει να ξεκινήσω ενημερώνοντας τον «Προμηθέα» πως σε περιπτώσεις γυναικών με ύφος «και πολύ σου είναι που ΕΓΩ σε κοίταξα έστω για κλάσμα του δευτερολέπτου» είμαι όχι 100%, αλλά 100 εις τη νιοστή τοις εκατό μαζί του.
Τι γίνεται όμως όταν το «θήραμα» του τόσο πολυακουσμένου άντρα – κυνηγού ναι μεν του αφήνει το περιθώριο να το «αιχμαλωτίσει» αλλά μετά εκείνος μένει κυριολεκτικά άπραγος; Θα σας εξηγήσω τι εννοώ.
Είναι φορές που κάνω κάτι που για κάποιους φίλους μου θεωρείται αδιανόητο. Να παίρνω την… προίκα μου – κλειδιά, τσιγάρα και λοιπά συμπαρομαρτούντα – και να πηγαίνω να απολαύσω ένα ποτό μόνη. Ναι, καλά διαβάσατε, μόνη. Χωρίς να έχει προηγηθεί ένα τηλέφωνο σε κάποιον/α φίλο/φίλη να μου κάνει παρέα. Εγώ κι οι σκέψεις μου. Το γιατί το κάνω αυτό είναι απλό και φυσικά προφανές. Είναι φορές που έχω ανάγκη να αλλάξω παραστάσεις αλλά να είμαι μόνη.
Αυτό, φυσικά δε σημαίνει πως αν μου μιλήσει κάποιος θα του πω με ύφος χιλίων καρδιναλίων «όχι». Πόσο μάλλον αν είμαι και σε mood του να κάνω μία νέα γνωριμία. Αν όχι, αρκεί μία άρνηση με ένα ευγενικό χαμόγελο. Τέλος πάντων. Κάποιες από αυτές τις φορές, λοιπόν, έτυχε να συναντηθεί το βλέμμα μου με κάποιον γοητευτικό άντρα. Θα αφήσω τις περιπτώσεις όπου μέναμε στο eye contact.
Μετά, λοιπόν, από ένα eye contact που έμοιαζε να διαρκεί αιώνες – είπαμε να μην είμαστε βιαστικοί, αλλά και το άλλο άκρο παραπάει! – ο εκάστοτε «παρατηρητής» με πλησίασε και ρώτησε ευγενικά αν θα ήθελα παρέα στο ποτό μου. Ναι, ούτε σ’ αυτό έχω παράπονο, συνήθως είμαι τυχερή και πέφτω σε ευγενέστατους ανθρώπους κι ουχί «κάφρους», χωρίς να λέω πως δε μου έτυχαν κι αυτοί!
Να μην τα πολυλογώ, έπειτα από κάποια ποτά, μία ωραία κουβέντα και γέλια, χωρίς τα προαναφερόμενα τουπέ και σνομπ υφάκια, ήρθε κι η ανταλλαγή τηλεφώνων. «Ωραία, θα μιλήσουμε», λέει εκείνος. «Έγινε», απαντώ ευγενικά. Περνάνε οι μέρες, αλλά το τηλέφωνο σιγεί. Γιατί δεν έκανα εγώ μία προσπάθεια να επικοινωνήσω εγώ μαζί του; Γιατί πρώτον είμαι γνωστή εγωίστρια και δεύτερον, ενώ δεν είμαι – όπως έχω πει πολλάκις – ρομαντική ψυχή, είμαι παραδοσιακή. Αν είμαι το αντικείμενο του ενδιαφέροντος κάποιου, αυτόματα αναμένω από εκείνον την προσέγγιση. Όπως γίνεται από πολύ παλιά!
Τι έγινε, αγόρια; Τι συμβαίνει; Πού χάθηκε εκείνη η «όρεξη» για κυνήγι; Κάποιοι όπως προανέφερα λένε πως οι γυναίκες έχουν… παραγίνει δυναμικές. Ναι, δυναμικές στη διεκδίκηση κάποιων δικαιωμάτων, όπως ισάξια μεταχείριση στον επαγγελματικό χώρο. Έξω από το χώρο εργασίας όμως, οι γυναίκες συνεχίζουν να θέλουν το φλερτ να γίνεται όπως τότε: ο άντρας να πλησιάζει και να προσπαθήσει να κερδίσει το ενδιαφέρον της.
Μπορεί να ζούμε στον 21ο αιώνα, αλλά πιστέψτε με, εμείς τα κορίτσια σε κάποια πράγματα παραμένουμε παραδοσιακές κι ακόμη περιμένουμε από εσάς να μας δείξετε αν όντως ενδιαφέρεστε. Το φλερτ είναι παιχνίδι και φυσικά παίζεται με ΔΥΟ παίκτες! Αν η παίκτρια απέναντί σας έχει ήδη δείξει πως υπάρχει ένα ενδιαφέρον, ποιος ο λόγος να εξαφανιστείτε; Διότι αδυνατώ να πιστέψω πως όταν της ζητάτε να ανταλλάξετε αριθμούς τηλεφώνων το κάνετε από ευγένεια. Αν είναι έτσι, θα το πω απλά: “κόφ’τε το” ! Πείτε ένα «καλό βράδυ, καλά να περνάς» και τέλος. Δεν είναι θέμα ανασφάλειας από μέρους μας η αναμονή για μία ακόμη συνάντηση, κάθε άλλο.
Ακόμη κι αν δεν προκύψει κάτι αισθηματικό, αν εκείνην την πρώτη φορά που ειδωθήκατε περάσατε ευχάριστα και με ενδιαφέρον την ώρα σας, δεν υπάρχει λόγος να κόψετε κάθε γέφυρα. Επαναλαμβάνω: το φλερτ είναι παιχνίδι. Είναι όμως ένα παιχνίδι που όταν παίζεται σωστά κι έξυπνα, καμία από τις δύο πλευρές δε βγαίνει χαμένη!