Το διάβασμα δεν είναι απλώς ένα χόμπι ή ένας τρόπος να ξεσκονίζει κανείς τις γνώσεις του, αλλά δρα επίσης και ως τονωτικό για τον εγκέφαλο.
Η νευρολόγος Susan Greenfield επισημαίνει ότι το διάβασμα βοηθά όταν υπάρχει έλλειψη συγκέντρωσης στα παιδιά. «Οι ιστορίες έχουν μια αρχή, μια μέση και ένα τέλος, μια δομή δηλαδή, που ενθαρρύνει τους εγκεφάλους μας να σκέφτονται με συνοχή, να μπορούν να συνδέουν τις αιτίες με τις επιδράσεις και τις έννοιες», αναφέρει.
«Είναι απαραίτητο να αποκτήσει κάποιος αυτή τη δεξιότητα ως παιδί, όταν ο εγκέφαλός έχει μεγαλύτερη πλαστικότητα, γι’ αυτό άλλωστε είναι τόσο σημαντικό οι γονείς να διαβάζουν στα παιδιά τους. Όσο περισσότερο εξασκούμαστε, τόσο καλύτεροι γινόμαστε».
Το διάβασμα βελτιώνει τις σχέσεις μας, αυξάνοντας την κατανόησή μας ως προς άλλες κουλτούρες, ενώ μας βοηθά να συμπάσχουμε», αναφέρει η Daily Mail. Και συμπληρώνει: «Σε ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι μπορεί να σώσετε μια πριγκίπισσα, αλλά δεν σας νοιάζει γι’ αυτήν, απλώς θέλετε να κερδίσετε. Η πριγκίπισσα, όμως, σε ένα βιβλίο έχει ένα παρελθόν, ένα παρόν και ένα μέλλον, διατηρεί σχέσεις και έχει κίνητρα. Μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί της. Βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια της».
Ο John Stein, επίτιμος καθηγητής νευρολογίας στο Magdalen College στην Οξφόρδη, ισχυρίζεται ότι το διάβασμα δεν είναι μια παθητική δραστηριότητα καθώς εξασκεί ολόκληρο τον εγκέφαλο. «Το να διαβάζει κανείς ιστορίες στα παιδιά βοηθά τους εγκεφάλους τους να αναπτύξουν την ικανότητα να αναλύουν την αιτία, το αποτέλεσμα και τη σημασία των γεγονότων.
Το 2009 μελέτη στις ΗΠΑ έδειξε ότι το να διαβάζει κανείς για τοπία, ήχους, οσμές και γεύσεις ενεργοποιεί τις περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονται με τις ανάλογες εμπειρίες στην πραγματική ζωή, δημιουργώντας νέα νευρολογικά μονοπάτια. Πιο απλά, οι εγκέφαλοί μας μπορούν και προσομοιώνουν αυτά που διαβάζουμε με τις πραγματικές εμπειρίες, κάτι που δεν συμβαίνει όταν παρακολουθούμε τηλεόραση ή παίζουμε βιντεοπαιχνίδια.
Την ίδια χρονιά, στο Πανεπιστήμιο του Sussex, οι ερευνητές έδειξαν πως έξι λεπτά διαβάσματος μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα του στρες κάτω από τα 2/3, περισσότερο δηλαδή και από όσο μας χαλαρώνει το άκουσμα μουσικής ή μια βόλτα.