από την Ιωάννα Χαλάτση-αρχιτέκτων*
O Daniel Libeskind είχε εκπαιδευτεί για να γίνει επαγγελματίας πιανίστας. Ωστόσο, αποφάσισε να στραφεί στην αρχιτεκτονική, ξεκινώντας την καριέρα του ως θεωρητικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αρχιτεκτονικής του Yale. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι το πρώτο του κτίριο το ολοκλήρωσε το 1998, σε ηλικία 52 ετών. Μέχρι τότε, οι κριτικοί θεωρούσαν τα σχέδιά του αδύνατα να χτιστούν και τα χαρακτήριζαν ως “υπερφιλόδοξα”.
Ως αρχιτέκτονα, τον ενδιαφέρουν περισσότερο κτίρια που διαμορφώνονται σ’ έναν προϋπάρχοντα χώρο με ιστορία, φορτισμένο με μνήμες, παρά κτίρια που κυριαρχούν με δυναμικό τρόπο σ’ ένα ουδέτερο περιβάλλον. Το γεγονός αυτό, άλλωστε, επιβεβαιώνεται πλήρως μέσα από τα έργα του, όπως είναι το Εβραϊκό Μουσείο ή η αρχιτεκτονική του πρόταση για το σημείο όπου βρίσκονταν οι Δίδυμοι Πύργοι στη Νέα Υόρκη.
Ιδιαίτερα μάλιστα το Εβραϊκό Μουσείο στο Βερολίνο αποτελεί την πρώτη του παγκόσμια επιτυχία, το 1999. Πρόκειται για ένα χώρο στον οποίο παρουσιάζεται η κοινωνική και πολιτιστική ιστορία των Εβραίων της Γερμανία από τον 4ο αιώνα έως τη σύγχρονη εποχή.
Η εξωτερική όψη του κτιρίου δεν επιτρέπει στον επισκέπτη να αντιληφθεί όλα όσα εκτυλίσσονται στο εσωτερικό. Τα μόνα ανοίγματα που υπάρχουν είναι στενές λωρίδες με τη μορφή σχισμών και εγκοπών, ενώ ο φλοιός του κτιρίου είναι επενδυμένος με φύλλα ψευδαργύρου.
Βασικός στόχος του Daniel Libeskind στο Εβραϊκό Μουσείο ήταν να βρει έναν τρόπο για να διηγηθεί, μέσω της αρχιτεκτονικής του, τη βίαιη αποκόλληση της εβραϊκής κουλτούρας από τη Γερμανική ζωή. Με την έννοια αυτή, επιχείρησε να μεταφέρει αυτό το συναισθηματικό κενό, που προκαλούσε και στον ίδιο το γεγονός αυτό, ως ένα κενό που θα αποτελούσε τον πυρήνα του αρχιτεκτονικού του σχεδιασμού. Μετέφερε, λοιπόν, αυτό το κενό στο κτίριο του ως μια σειρά από άδεια δωμάτια, που μπορείς να τα δεις, αλλά δεν μπορείς να τα φτάσεις.
Πράγματι, μέσα στο Μουσείο, ο επισκέπτης συναντά μια σειρά από ασυνέχειες και αδιέξοδα. Οι τρισδιάστατες χαράξεις δημιουργούν έντονες γωνίες και ασυνήθιστους χώρους, που με τη σειρά τους προκαλούν ηχητικές ανακλάσεις και εκφράζουν την ισχυρή δραματική δύναμη της αρχιτεκτονικής του.
Αν και το Εβραϊκό Μουσείο στο Βερολίνο αναγνωρίστηκε παγκοσμίως, κερδίζοντας το Γερμανικό Διεθνές Βραβείο Αρχιτεκτονικής το 1999, δεν απέσπασε μόνο καλές κριτικές. Πολλοί υποστήριζαν ότι το κτίριο του Libeskind θα έπρεπε να μείνει κενό, ως ένα μνημείο για τους αδικοχαμένους του ολοκαυτώματος.
Ο λόγος είναι ότι το έργο, χάρη στην ευρηματική αρχιτεκτονική του, μοιάζει να εξιστορεί από μόνο του τα γεγονότα.
Ο αρχιτέκτονας καλεί τον επισκέπτη του Μουσείου να ζήσει μια βιωματική εμπειρία, καθώς δημιουργεί διαφορετικά περιβάλλοντα, μυστηριακή ατμόσφαιρα και κλειστοφοβική αίσθηση στο χώρο. Εκθεσιακοί χώροι, όπως ο “Κήπος της Εξορίας και της Μετανάστευσης” ή το “Κενό του Ολοκαυτώματος”, εισάγουν το θεατή σε μία διαδραστική κατάσταση, κατά την οποία έχει την ευκαιρία να “νιώσει”, και όχι απλά να “δει” το περιεχόμενο του Μουσείου.
Με την έννοια αυτή, στόχος του αρχιτέκτονα είναι να προκαλέσει αρνητικά συναισθήματα. Αυτό το, κατακριτέο σύμφωνα με κάποιους, στοιχείο εκφράζεται μέσα από τη συνολική δυναμική του έργου. Οι άξονες, ο φωτισμός, οι ατελείωτες σκάλες, η κίνηση μέσα σε αδιέξοδους χώρους και το κενό συμβάλλουν στην αναπαράσταση γεγονότων και καταστάσεων μέσω της αρχιτεκτονικής. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της αρχιτεκτονικής που το ίδιο το Μουσείο μεταβάλλεται σε ένα σπουδαίο αφηγητή.
*H Ιωάννα Χαλάτση είναι μέλος των pro.plus.ma arkitektones , για τους οποίους μπορείτε να διαβάσετε πατώντας εδώ
Επίσης μπορείτε να κάνετε like στη σελίδα τους στο facebook http://www.facebook.com/pro.plus.ma.arkitektones?fref=ts