Μας χωρίζουν από τη μεγάλη βραδιά των Oscars ακριβώς είκοσι μία μέρες και, όπως κάθε χρόνο, μαζί θα γνωρίσουμε μερικές από τις ταινίες που έφυγαν από την απονομή με το χρυσό «θείο». Για απόψε θα γνωρίσουμε την ταινία που το 1988 κυριάρχησε στην κατηγορία Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου.
Γαλλία, λίγο πριν την Επανάσταση: η Μαρκησία Merteuil (Glenn Close) αποφασίζει να εκδικηθεί τον πρώην εραστή της καταστρέφοντας την εικόνα και την τιμή της επικείμενης μνηστής του κι ανιψιάς της ίδιας της Μαρκησίας, Cecile de Volanges (Uma Thurman). Για το σκοπό της επιθυμεί να χρησιμοποιήσει τον Υποκόμη Valmont (John Malkovich), έναν επιπόλαιο playboy, ο οποίος όμως έχει βάλει άλλον στόχο: τη Mademe De Tourvel (Michelle Pfeiffer), μία γυναίκα παντρεμένη και πιστή στη θρησκεία, τα ήθη και τις οικογενειακές αξίες. Σύντομα, όμως, ο Υποκόμης θα δεχθεί να συμμετάσχει στο σχέδιο της Μαρκησίας Merteuil, εκείνος ανακαλύψει πως η μητέρα της Cecile στέκεται εμπόδιο στα σχέδιά του. Τότε είναι που θα ξεκινήσει ένα ερωτικό γαϊτανάκι, το οποίο όμως όσο πλέκεται, τόσο πιο επώδυνες γίνονται οι συνέπειες. Τόσο για τα θύματα του Υποκόμη και της Μαρκησίας, όσο και για τους ίδιους, που βρίσκουν ενδιαφέρον στα ερωτικά παιχνίδια που βασίζονται στην προδοσία και τον εξευτελισμό.
Η ταινία του Stephen Frears («The Queen», «Mary Reilly», «Mrs. Henderson Presents») είναι κατά κάποιον τρόπο… η διασκευή της διασκευής! Βλέπετε, η πρώτη φορά που το κοινό γνώρισε τις «Επικίνδυνες Σχέσεις» ήταν στο γαλλικό μυθιστόρημα του Pierre Choderlos de Laclos «Les Liaisons Dangereuses» το 18ο αιώνα. Το 1985 ο θεατρικός συγγραφέας και σεναριογράφος Christopher Hampton (ο οποίος συνυπογράφει και το παρόν κινηματογραφικό σενάριο, καθώς κι εκείνο του «Atonement», μεταξύ άλλων) πήρε το μυθιστόρημα και το μετέτρεψε σε θεατρικό έργο. Κι αφότου έκαναν το 1987 μία στάση στο Braodway, οι «Επικίνδυνες Σχέσεις» έφτασαν το 1988 στη μεγάλη οθόνη.
Από άποψη τεχνικής και σκηνοθεσίας, η ταινία θα μπορούσε μεν να χαρακτηριστεί «απλή» αλλά σίγουρα όχι «απλοϊκή». Τα σκηνικά παίρνουν τη θέση μίας τεράστιας θεατρικής σκηνής, με εξαίσια φωτογραφία και καλλιτεχνική διεύθυνση (η οποία κι αυτή βραβεύτηκε με Oscar, όπως και τα κοστούμια του James Achenson), αλλά ο Frears προτιμά να επικεντρωθεί στους χαρακτήρες του. Χρησιμοποιώντας σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας κοντινά πλάνα, ο σκηνοθέτης εστιάζει στον πειρασμό, την ηδονή, την αγωνία, τη ματαιοδοξία, όλα τα συναισθήματα που είναι συνυφασμένα με το παράνομο ερωτικό παιχνίδι στο οποίο – κάποιοι οικειοθελώς, κάποιοι επειδή ήταν «πέρα από τον έλεγχό τους» – κλήθηκαν να συμμετάσχουν. Ο Frears μέσα από την ταινία του θέλησε να παρουσιάσει το σεξ ως εργαλείο εξουσίας, σε σημείο που να κάνει το θεατή να σκέφτεται πόσο… εξωφρενικά σατανικό είναι ένα τέτοιο παιχνίδι από κάποιους, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν δικές τους ανεκπλήρωτες φιλοδοξίες.
Η ταινία εκείνη τη χρονιά κατέκτησε κοινό και κριτικούς, με αποτέλεσμα να εξασφαλίσει ο Christopher Hampton εκείνη τη χρονιά το πολυπόθητο αγαλματίδιο.
Και μια που είπα για τα κοντινά πλάνα στους ήρωες του Laclos…
Έχουμε μία αιθέρια – θα μπορούσε να πει κάποιος – Michelle Pfeiffer, η οποία κλήθηκε να παίξει ίσως το δυσκολότερο ρόλο της ταινίας: εκείνον της ενάρετης γυναίκας, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με τη θέληση της καρδιάς. Καρδιά και μυαλό σχεδόν ποτέ δε συγχρονίζονται, ως γνωστόν, επομένως φανταστείτε τον υποκριτικό «άθλο» που ανατέθηκε στη Pfeiffer. Όχι απλά δεν απογοήτευσε, αλλά ήταν ο ρόλος που της χάρισε την πρώτη της υποψηφιότητα για Oscar (Β’ Γυναικείου Ρόλου).
Έχουμε μία χαριτωμένη, αλλά εν μέρει ανεπαρκή Uma Thurman στο ρόλο της Cecile. Ομολογώ πως προσωπικά δε με έπεισε 100% στο ρόλο της παραπλανημένης παρθένας. Προσπάθησε φιλότιμα, αλλά δεν το κατάφερε στο έπακρο. Για τον Keanu Reeves δε λέω τίποτα.. Ήταν δεν ήταν στα πλάνα, ένα και το αυτό!
Αυτοί φυσικά που κυριάρχησαν στην ταινία είναι οι «δολοπλόκοι» Glenn Close και John Malkovich. Η Glenn Close, αντιλαμβανόμενη πως ο χαρακτήρας της γνωρίζει πως μόνο χειραγωγώντας έναν άντρα μπορεί να επιτύχει τους σκοπούς της, καταφέρνει μέχρι και να σε τρομάξει. Φέρνει πραγματικά στη ζωή την περσόνα της Μαρκησίας Merteuil, αποκτά τον «αέρα» της, κάνοντας το θεατή να νιώθει έντονα την ανάγκη να «πέσει βαρύ ο πέλεκυς» επάνω της για τις μηχανορραφίες της. Δίκαιη η υποψηφιότητά της για το Oscar Α’ Γυναικείου Ρόλου εκείνη τη χρονιά.
Όσο για τον John Malkovich… δίνει σάρκα κι οστά στο – σχεδόν – δαιμονικό χαρακτήρα του Υποκόμη Valmont, κάνοντάς τον μάλιστα να μοιάζει παράλληλα τόσο ταιριαστό ειδικά για το χαρακτήρα της Michelle Pfeiffer. Επιπλέον, το γεγονός πως όλη η ταινία έμοιαζε να γυρίζεται σε μία τεράστια θεατρική σκηνή, σε συνδυασμό με το ότι ο Malkovich ξεκίνησε από το θέατρο την καριέρα του, τον έκαναν να μοιάζει σα να βρίσκεται «στο στοιχείο» του.
Ταξιδέψτε πίσω στο χρόνο και προετοιμαστείτε να σοκαριστείτε…
Πρωταγωνιστούν: Glenn Close, John Malkovich, Michelle Pfeiffer, Uma Thurman, Swoozie Kurtz, Mildred Natwick, Keanu Reeves κ.α.
Φέτος υποψήφιοι για Oscar Διασκευασμένου Σεναρίου είναι οι:
Jason Hall, «American Sniper» (ομότιτλη αυτοβιογραφία των Chris Kyle, Scoot McEwan και Jim DeFelice)
Graham Moore, «The Imitation Game» («Alan Turing: The Enigma» του Andrew Hodges)
Paul Thomas Anderson, «Inherent Vice» (ομότιτλο μυθιστόρημα του Thomas Pynchon)
Anthony McCarten, «The Theory of Everything» («Travelling to Infinity: My Life with Stephen Hawking» της Jane Wilde Hawking)
Damien Chazelle, «Whiplash» (από την ταινία μικρού μήκους «Whiplash» του Damien Chazelle)