Καλημέρα, καλημέρα, φίλες και φίλοι του The K-Magazine! Καλό μήνα να έχουμε, απολαμβάνοντας τον Αύγουστο με άκρως καλοκαιρινή διάθεση – όπως και του ταιριάζει, άλλωστε!
Αν και κυρίως θεατρικός σκηνοθέτης και με όχι μία μεγάλη λίστα κινηματογραφικών παραγωγών, έχει καταφέρει να κερδίσει και το σινεφίλ κοινό με τη δουλειά του. Κυρίες και κύριοι, τα 51α του γενέθλια γιορτάζει σήμερα ο Βρετανός σκηνοθέτης Sam Mendes!
Ο Samuel Alexander “Sam” Mendes γεννήθηκε την 1η Αυγούστου του 1965 στο Reading του Berkshire, στην Αγγλία, με την καταγωγή του να κρατάει επίσης από Τρινιδάδ, Πορτογαλία και Ιταλία. Όταν οι γονέις του χώρισαν, μεγάλωσε στο Oxfordshire, ενώ σπούδασε στο Magdalen College School κι αργότερα στο Κολλέγιο Peterhouse του Cambridge, από το οποίο μάλιστα αποφοίτησε πρώτος στην τάξη του. Όσο ήταν φοιτητής έδειξε το ενδιαφέρον του για τη σκηνοθεσία αναλαμβάνοντας τις παραστάσεις της σχολής, όπως μία παραγωγή του «Cyrano de Bergerac», με τον τότε συμφοιτητή του Tom Hollander (υποδύθηκε τον Mr. Collins στο «Pride And Prejudice» το 2005) ανάμεσα στο cast.
Το 1989 και σε ηλικία 24 ετών ανεβάζει το «Βυσσινόκηπο» του Τσέχοφ στο West End με πρωταγωνίστρια τη Judi Dench, με την παράσταση να του εξασφαλίζει το βραβείο του Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου από την εταιρεία Κριτικών Θεάτρου. Την επόμενη χρονιά γίνεται μέλος της Βασιλικής Εταιρείας Shakespeare, ίσως της πιο μεγαλεπίβολης θεατρικής εταιρείας του Ηνωμένου Βασιλείου. Υπό την αιγίδα της ανεβάζει παραστάσεις με έργα του βάρδου όπως την «Τρικυμία» και τον «Ριχάρδο ΙΙΙ».
Το 1990 του ανατίθεται η θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της Αποθήκης Donmar στο Covent Garden του Λονδίνου, η οποία Αποθήκη σήμερα είναι μία από τις πιο διάσημες θεατρικές αίθουσες της πόλης, η οποία μέχρι και σήμερα φιλοξενεί μεγάλες παραγωγές. Η «θητεία» του στην Donmar ξεκινά το 1992 με τους «Δολοφόνους» του Steven Sondheim. Το 1994 σκηνοθετεί το musical του Lionel Bart «Oliver!» το οποίο βασίζεται στο κλασσικό βιβλίο του Καρόλου Ντίκενς «Oliver Twist». Η παράσταση φιλοξενείται τέσσερα χρόνια στο London Palladium, κάνοντάς τη τη μακροβιότερη παράσταση του θεάτρου. Την ίδια χρονιά σκηνοθετεί το διαχρονικό musical «Cabaret», ενώ το 1998 ο Sam Mendes το φέρνει και στο Broadway μαζί με το σκηνοθέτη Rob Marshall.
To 1999 κάνει το κινηματογραφικό του ντεμπούτο με το «American Beauty» με τον Kevin Spacey στο ρόλο του μεσήλικα οικογενειάρχη που προσπαθεί να «ξανανιώσει» ξεκινώντας μία ερωτική σχέση με μία κατά πολύ νεότερή του γυναίκα. Η ταινία ενθουσιάζει κοινό και κριτικούς και κερδίζει πέντε Oscar, ενώ ο Sam Mendes κερδίζει για τη σκηνοθεσία του Χρυσή Σφαίρα, βραβείο BAFTA κι ένα από τα πέντε Oscar. Έτσι γίνεται ο έκτος σκηνοθέτης στην ιστορία της Ακαδημίας που κερδίζει Oscar με το κινηματογραφικό του ντεμπούτο.
To 2002 παρουσιάζει δουλειές του στο θέατρο και στο σινεμά. Ο λόγος για το «Θείο Βάνια» του Τσέχοφ και τη «Δωδεκάτη Νύχτα» του Σαίξπηρ που φιλοξενούνται στην Αποθήκη Donmar, κλείνοντας έτσι τη θητεία του ως καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου. Το δράμα εποχής «Road To Perdition» κάνει πρεμιέρα στις σκοτεινές αίθουσες, με τον Mendes σε ρόλο σκηνοθέτη και παραγωγού, κι αφηγείται την ιστορία του Michael Sullivan (Tom Hanks), ενός εκτελεστή της μαφίας του οποίου ο γιος γίνεται μάρτυρας της δουλειάς του. Όταν η Ιρλανδική Μαφία σκοτώσει τη γυναίκα και το μικρότερο γιο του, ο Sullivan αποφασίζει να εκδικηθεί, προσπαθώντας την ίδια στιγμή να κρύψει σ’ ένα ασφαλές μέρος το γιο του. Η ταινία αποθεώνεται, ενώ οι ερμηνείες των Tom Hanks και Paul Newman δέχονται διθυράμβους.
Το 2003 ο Sam Mendes βρίσκει θεατρική «στέγη» στη Νέα Υόρκη και ανεβάζει το «Gypsy», ενώ την ίδια χρονιά ιδρύει την εταιρεία Neal Street Productions, από την οποία στη συνέχεια θα χρηματοδοτηθούν πολλά από τα projects του. Το 2005, μέσω της εταιρείας, σκηνοθετεί την πολεμική ταινία «Jarhead», η οποία απεικονίζει τις ψυχολογικές επιπτώσεις των στρατιωτών σε περίοδο πολέμου, με φόντο τον Πόλεμο του Κόλπου. Η ταινία δέχεται ανάμεικτες κριτικές, ενώ εισπρακτικά ξεπερνά κατά 20 περίπου εκατομμύρια δολάρια το budget της παραγωγής που άγγιζε τα 72 εκατομμύρια δολάρια.
Το 2006 ο Mendes φέρνει στο Broadway το «The Vertical Hour» με πρωταγωνιστές τη Julianne Moore και τον Bill Nighy και δύο χρόνια μετά επανέρχεται στο σινεμά ως σκηνοθέτης και παραγωγός (με τη Neal Street Productions) με το «Revolutionary Road» με τους Leonardo DiCaprio και την (τότε) σύζυγό του, Kate Winslet. Οι δύο ηθοποιοί υποδύονται ένα παντρεμένο ζευγάρι στη δεκαετία του 1950 που, αν και φαινομενικά είναι το τέλειο ζευγάρι, όταν μένουν μόνοι διαφαίνονται τα προβλήματα που έχουν. Η ταινία εντυπωσιάζει και φτάνει να διεκδικεί τρία Oscar, ενώ ο Sam Mendes είναι υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Σκηνοθεσίας. Την επόμενη χρονιά έρχεται στο σινεμά (σε περιορισμένο, όμως, αριθμό αιθουσών) το «Away We Go» όπου ένα ερωτευμένο ζευγάρι προσπαθεί να καταφέρει αυτό που λέμε «σπιτικό» λίγο πριν έρθει στον κόσμο το πρώτο τους παιδί. Αν κι η ταινία δέχεται καλές κριτικές, η περιορισμένη προβολή δεν άφησε περιθώρια κέρδους, καθώς οι εισπράξεις δεν κατάφεραν να καλύψουν το budget 17 εκατομμυρίων δολαρίων. Το 2009, όμως, ο Mendes δραστηριοποιείται πάλι στο θέατρο, καθώς ανεβάζει τη «Χειμωνιάτικη Ιστορία» του Σαίξπηρ στο BAM (Brooklyn Academy of Music) και το «Βυσσινόκηπο» στο Old Vic του Λονδίνου.
Για τα επόμενα τρία χρόνια ο Sam Mendes αφοσιώνεται στο θέατρο, με το 2010 να παρουσιάζει το «Όπως Σας Αρέσει» και την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ στο BAM και το Old Vic. Την ίδια χρονιά, όμως, του ανατίθεται κι η ταινία 007 «Skyfall», οπότε και βρίσκεται μεταξύ κινηματογραφικών πλατό και θεατρικού σανιδιού. Το 2011 συναντιέται και πάλι με τον Kevin Spacey, με τον Mendes να τον σκηνοθετεί στο «Ριχάρδο ΙΙΙ», με την παράσταση να ανεβαίνει το 2011 στο Old Vic του Λονδίνου και το 2012 στο BAM. Το 2012 αναλαμβάνει μέσω της Neal Street Productions την παραγωγή της πρώτης σαιζόν της σειράς του BBC «Call The Midwife», ενώ επίσης κάνει πρεμιέρα και το «Skyfall», προσφέροντας στον Mendes εξαιρετικές κριτικές για τη σκηνοθεσία του, εγείροντας ταυτόχρονα ερωτήματα για το αν θα αναλάμβανε και την επόμενη ταινία Bond. Τι λέει ο ίδιος; «Είναι μία μεγάλη ευθύνη, αλλά αν νιώσω πως μπορώ να το κάνω τότε ναι, θα το κάνω».
Το 2013 και το 2014 επιστρέφει στα θεατρικά δρώμενα με το «Τσάρλυ και το Εργοστάσιο Σοκολάτας» για το Theatre Royal στη Drury Lane του Λονδίνου και το «Βασιλιά Ληρ» του Σαίξπηρ για το Βασιλικό Εθνικό Θέατρο. Το 2015 επιστρέφει ως σκηνοθέτης Bond απαντώντας στα ερωτήματα που είχαν τεθεί επί «Skyfall» και φτάνει στις κινηματογραφικές αίθουσες το «Spectre» κι έτσι ο Mendes γίνεται ο δεύτερος σκηνοθέτης (μετά τον John Glen) ο οποίος σκηνοθέτησε δύο διαδοχικές ταινίες Bond.
Τον Απρίλιο του 2016 ο Sam Mendes αναδείχθηκε Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του 73ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, ενώ επίσης ανακοινώθηκε πως θα σκηνοθετήσει το θρίλερ «The Voyeur’s Motel», που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Gay Talese.
Καθώς εδώ στην Ελλάδα η μόνη μας ευκαιρία για να παρακολουθούμε τη δουλειά του είναι μέσω του σινεμά, ας ευχηθούμε Χρόνια Πολλά και Δημιουργικά στο Βρετανό σκηνοθέτη κι ας ελπίσουμε να μας χαρίσει ακόμη περισσότερες αξιόλογες κινηματογραφικές εμπειρίες!