Αγγλία, 17ος αιώνας. Ένα καράβι φεύγει αφήνοντας πίσω του ένα δεκάχρονο αγόρι που φορά ένα μαντίλι στο πρόσωπό του. Στην αναζήτησή του για καταφύγιο, θα πάρει μαζί του ένα ετοιμοθάνατο δίχρονο κορίτσι.
Έπειτα από πολλές ατυχείς προσπάθειες για να βρουν βοήθεια, η μοίρα θα σταθεί επιεικής μαζί τους κι ένας περιπλανώμενος πωλητής βοτάνων, ο Ursus (Gérard Depardieu) θα τους ανοίξει την πόρτα της άμαξάς του. Τότε είναι που θα μάθει γιατί το αγόρι φοράει το μαντίλι: ο Gwynplaine – που μόνο αυτό το όνομα έμαθε – έχει μία τεράστια ουλή στο πρόσωπο, δίνοντας την εντύπωση ενός τρομακτικού χαμόγελου. Παρ’ όλα αυτά ο Ursus θα μεγαλώσει τα δύο παιδιά σα να είναι δικά του, ενώ όταν μεγαλώσουν, ο Gwynplaine (Marc-André Grondin) κι η τυφλή, όμορφη κι αγνή Déa (Christa Theret) θα είναι οι πρωταγωνιστές των παραστάσεων στα πανηγύρια.
Μέχρι τη στιγμή που εξαιτίας ενός περίεργου παιχνιδιού της μοίρας ο Gwynplaine θα περάσει από τη φτώχεια στο άλλο άκρο και θα βιώσει τα πλούτη και την αριστοκρατία. Μόνο που θα πάρει ένα μάθημα το οποίο θα έχει επιπτώσεις τόσο για τον ίδιο, όσο και για τους δύο ανθρώπους που για δεκαπέντε χρόνια ήταν η οικογένειά του.
Βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο του Βίκτωρος Ουγκό, ο «Άνθρωπος που Γελά» του Jean-Pierre Améris είναι μία ταινία εποχής η οποία με τον πιο άμεσο τρόπο παρουσιάζει τη λαμπερή μεν, σαθρή δε καθεστηκυία τάξη. Δεν προσπαθεί να κάνει το θεατή να σκεφτεί, του λέει κατευθείαν ποιες είναι οι βλέψεις της για τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, μένει ο θεατής να κάνει τον παραλληλισμό με το σήμερα. Ο σημαδεμένος Gwynplaine, μέσα από την πορεία του από τη μία κοινωνική κατάσταση στην άλλη, διαπιστώνει τις μείζονες διαφορές ανάμεσα στον «καλό κόσμο» κι κείνον στον οποίο μεγάλωσε κι έμαθε τις πιο βασικές ανθρώπινες αξίες. Ο ήρωας του Ουγκό γίνεται για τον θεατή τόσο παράδειγμα προς μίμηση όσο και παράδειγμα προς αποφυγή. Ελάχιστα με ενόχλησε η «σκοτεινή» κινηματογράφηση, χωρίς όμως να μου αποσπάσει την προσοχή ή να μου μειώσει το ενδιαφέρον.
Στο ρόλο του Gwynplaine έχουμε το νεαρό Marc-André Grondin, περισσότερο γνωστό στους γαλλόφωνους σινεφίλ. Παρ’ όλο που θεωρητικά ο Gwynplaine θα έπρεπε να είναι μία – αντικειμενικά – αποκρουστική φυσιογνωμία, η επιλογή του γοητευτικού νεαρού ηθοποιού λαμβάνεται κατ’ εμέ επιτυχημένη, μια που σκοπός της ταινίας είναι να δείξει το πώς αντικρούεται το φαίνεσθαι με το είναι, απ’ όποια άποψη κι αν το δει κανείς. Η νεαρή Christa Theret στο ρόλο της Déa, παρ’όλο που υπήρξαν στιγμές που με συγκίνησε, προσωπική μου εκτίμηση είναι πως ενείχε περιθώρια βελτίωσης.
Τέλος έχουμε έναν «κολοσσό» του Γαλλικού – κι όχι μόνο φυσικά – κινηματογράφου: το Gérard Depardieu στο ρόλο του Ursus. Ίσως να ήταν κι εκείνος που κράτησε πάνω του το μεγαλύτερο «βάρος» της ταινίας. Από τη μία κυνικός κι από την άλλη τρυφερός με τους δύο νέους που πλέον ήταν τα παιδιά του, δε μπορεί να σε αφήσει αδιάφορο η ερμηνεία του.
Στο σύνολό της, ο «Άνθρωπος που Γελά» είναι μια ταινία η οποία σίγουρα καταφέρνει να «κεντρίσει» κάτι μέσα σου κι αν μη τι άλλο, σε κάνει να θέλεις να εξερευνήσεις περισσότερο τη λογοτεχνία.
Πρωταγωνιστούν: Gérard Depardieu, Marc-André Grondin, Christa Theret, Emmanuelle Seigner, Swann Arlaud κ.α.