Παρόλο που η σύγχρονη κοινωνία θέλει να εμφανίζεται φιλελεύθερη και ανεκτική, στην περίπτωση της κοινωνικής αντιμετώπισης των ομοφυλοφίλων τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει ουσιαστικά καθόλου. Φυσικά όλοι εμφανίζονται σα να μην έχουν πρόβλημα με τους ομοφυλόφιλους, όλοι έχουν τουλάχιστον ένα φίλο ομοφυλόφιλο (είναι της μόδας και δείχνει προοδευτικό άνθρωπο) και σέβονται τις επιλογές τους καθώς το τι κάνει κανείς στην κρεβατοκάμαρά του είναι δικός του λογαριασμός. Τα προβλήματα ξεκινούν όταν η ομοφυλοφιλία έχει να κάνει με το γιο ή την κόρη μας, τον αδερφό ή την αδερφή μας ακόμη και το συγκάτοικο. Εκεί τα πράγματα αλλάζουν ριζικά και πολλές είναι οι περιπτώσεις απόρριψης και περιθωριοποίησης αυτής της κοινωνικής ομάδας. Εκεί είναι που ξεκινούν οι ατέρμονες συζητήσεις για το τι έφταιξε και τι μπορούμε να κάνουμε για να το αλλάξουμε (πώς συμβαίνει με ένα ρούχο που δεν μας αρέσει, ε κάπως έτσι).
Γιατί όμως άλλοι άνθρωποι είναι ομοφυλόφιλοι και άλλοι ετεροφυλόφιλοι; Η επιστήμη της ψυχολογίας δεν έχει καταλήξει σε συμπεράσματα ή μία ενιαία θεωρία. Η κλασσική ψυχαναλυτική θεωρία φυσικά ακολουθώντας μία σταθερή προσέγγιση των πραγμάτων βλέπει την ομοφυλοφιλία ως αποτέλεσμα ανελλιπούς ή διαταραγμένης ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης. Για τους άνδρες ομοφυλόφιλους το πρόβλημα έχει τις ρίζες του κάπου στην παιδική ηλικία και στον ιδιαίτερο ρόλο των γονιών με μία μητέρα συνήθως δεσμευτική και σαγηνευτική, με πολύ στενές σχέσεις με τον γιο ενώ ο πατέρας είναι εχθρικός, παθητικός ή μόνιμα απών (Μάνος, 1997). Στην περίπτωση των ομοφυλόφιλων γυναικών τα πράγματα είναι πιο θολά και δεν υπάρχουν ξεκάθαρες υποθέσεις, το ”πρόβλημα” όμως εντοπίζεται σε ευρύτερες αναπτυξιακές δυσκολίες. Το σημαντικό βέβαια είναι πως αυτή η θεωρία δεν έχει υποστηριχθεί συστηματικά από εμπειρικές μελέτες.
Η δεύτερη κυρίαρχη υπόθεση έχει να κάνει με γενετικούς και νευροβιολογικούς παράγοντες και την επίδραση των ορμονών κατά την ενδομήτρια περίοδο. Και πάλι όμως οι όποιες υποθέσεις για έρευνες επιπέδων τεστοστερόνης δεν έχουν οδηγήσει σε ασφαλή και έγκυρα συμπεράσματα.
Αυτό που ίσως έχει τη μεγαλύτερη σημασία όλων είναι πως πλέον η ομοφυλοφιλία δεν περιλαμβάνεται στις ψυχικές διαταραχές (δεν νοείται ως ψυχική ασθένεια) παρά μόνο όταν το ίδιο το άτομο νιώθει επίμονη και έντονη ενόχληση για τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε να κάνουμε με την Σεξουαλική Διαταραχή Μη προσδιοριζόμενη Αλλιώς.
Παρόλο που δεν συμπεριλαμβάνεται στις ψυχικές ασθένειες ακόμη και σήμερα υπάρχει σημαντικός αριθμός ατόμων που στρέφονται στην ψυχοθεραπεία, την ψυχανάλυση και την θεραπεία συμπεριφοράς για να αλλάξουν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό. Οι απόψεις των ερευνητών διίστανται καθώς άλλοι υποστηρίζουν πως όλες αυτές οι μέθοδοι έχουν περιορισμένη αποτελεσματικότητα ενώ άλλοι υποστηρίζουν πως το 1/3 των ομόφυλόφιλων ανδρών που ξεκινούν θεραπεία για να αλλάξουν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό καταφέρνουν να γίνουν ετεροφυλόφιλοι. Οι ίδιοι ερευνητές υποστηρίζουν πως οι παράγοντες που διευκολύνουν αυτήν την αλλαγή στον σεξουαλικό προσανατολισμό είναι η μικρή ηλικία (κάτω των 35 ετών), κάποια εμπειρία με ετερεοφυλόφιλη διέγερση και υψηλός βαθμός κινητοποίησης για αλλαγή (Μάνος, 1997).
Δυστυχώς, οι ομοφυλόφιλες γυναίκες είναι πιο ”αόρατες” κοινωνικά και ερευνητικά καθώς δεν υπάρχουν αντίστοιχες έρευνες για αυτές.
Το να συμβούν ραγδαίες κοινωνικές αλλαγές είναι δύσκολο, τουλάχιστον στη χώρα μας (συγκριτικά για παράδειγμα με την Ολλανδία ή άλλες ευρωπαϊκές χώρες). Το θέμα έχει να κάνει κυρίως με την αποδοχή της διαφορετικότητας συνολικά και όχι τόσο μεμονωμένα με το θέμα της ομοφυλοφιλίας. Φυσικά και οι στερεότυπες αντιλήψεις παίζουν καθοριστικό ρόλο καθώς συνήθως η εικόνα του ομοφυλόφιλου άνδρα έχει να κάνει με έξαλλη και προκλητική συμπεριφορά και ντύσιμο ενώ η εικόνα της ομοφυλόφιλης γυναίκας είτε με την ”ιδανική” για τους άνδρες εικόνα όπως αυτή παρουσιάζεται στις αισθησιακές ταινίες ή με την εικόνα μιας γυναίκας που θέλει να μοιάσει στον άνδρα και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από την εμφάνισή της (κοντό μαλλί, περπάτημα, ντύσιμο). Ακόμη οι ομοφυλόφιλοι συνήθως παρουσιάζονται ως άτομα ελαφρών ηθικών αρχών, πολυγαμικών ενώ η πλειοψηφία συνάπτει σχέσεις μεγάλης διάρκειας ή ίδιου αριθμού με τους ετεροφυλόφιλους.
Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι πως η ομοφυλοφιλία, όποιες και αν είναι οι ρίζες της, χαρακτηρίζει σημαντικό αριθμό των συνανθρώπων μας. Η ομοφοβία είναι μία μορφή κοινωνικής διάκρισης, μπορούμε κάτι να το επιλέξουμε ή οχι για τον εαυτό μας αλλά όπως ανέφερα σε προηγούμενη ανάρτηση δεν μπορούμε να αλλάξουμε τους άλλους, να είναι κάτι που εμείς θα θέλαμε να είναι. Κρούσματα βίας και περιθωριοποίησης συμβαίνουν ακόμη και σήμερα παγκοσμίως οδηγώντας πολλές φορές άτομα με αυτόν τον σεξουαλικό προσανατολισμό, στην απομόνωση, την κατάθλιψη ακόμη και την αυτοκτονία. Είτε καταλαβαίνουμε την ομοφυλοφιλία είτε όχι, είτε την αποδεχόμαστε είτε όχι δεν πρέπει να κρίνουμε και να καταδικάζουμε ένα άτομο βάσει μόνο αυτής της επιλογής του. Σεβασμός στην διαφορετικότητα όποια μορφή και αν έχει αυτή!