Τα βρίσκει κανείς στην είσοδο των μαιευτηρίων, στο προαύλιο των δημαρχείων, κοντά σε εκκλησίες, σε πολυσύχναστους δρόμους. Από μακριά μοιάζουν με διαφανή κιβώτια. Στο εσωτερικό τους υπάρχει ένα αυτοθερμαινόμενο κρεβάτι, μία κάμερα και ένα σύστημα συναγερμού που συνδέεται με το πλησιέστερο κέντρο υγείας. Και πάνω στη θυρίδα, ένα υποτυπώδες εγχειρίδιο που κατευθύνει τους χρήστες πώς να το ανοίξουν, να τοποθετήσουν το βρέφος και στο τέλος να το ξανακλείσουν.
Στον Μεσαίωνα, που ασφαλώς δεν υπήρχαν αυτά τα κομφόρ, τα ονόμαζαν πύργους εγκατάλειψης. Σήμερα βρεφοδόχους. Οπως και να τα πει κανείς, η λειτουργία τους παραμένει η ίδια: απευθύνονται σε γονείς που θέλουν να εγκαταλείψουν τα νεογέννητα μωρά τους με πλήρη μυστικότητα, χωρίς να αναγκαστούν να δώσουν προσωπικά στοιχεία. Γι’ αυτούς, που για οικονομικούς ή άλλους λόγους δεν μπορούν να μεγαλώσουν το μωρό τους, είναι μια λύση. Για τους πολέμιους των αμβλώσεων, μία ευκαιρία ζωής, ένα μέσο σωτηρίας εκατοντάδων νεογέννητων. Για τα Ηνωμένα Εθνη ωστόσο είναι ένα άκρως ανησυχητικό φαινόμενο που την τελευταία δεκαετία πολλαπλασιάζεται στην Ευρώπη με δραματικούς ρυθμούς.
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια το φαινόμενο είχε εκλείψει. Οπως αναφέρεται στη «Le Monde» όμως η δημοσιοποίηση από τα ΜΜΕ πράξεων απόγνωσης, όπως η εγκατάλειψη βρεφών στα σκουπίδια, είχε ως αποτέλεσμα να αναβιώσει αυτή η πρακτική που μοιάζει να ξεπήδησε από άλλη εποχή. Πρώτη που επανέφερε τον μηχανισμό των βρεφοδόχων ήταν η Γερμανία, τον Απρίλιο του 2000. Εκτοτε, το γερμανικό παράδειγμα ακολούθησαν δέκα ακόμη ευρωπαϊκές χώρες, από την Ιταλία, την Ελβετία, την Αυστρία και τη Σουηδία έως την Τσεχία, την Πολωνία, τη Λιθουανία και τη Σλοβακία. Αυτή τη στιγμή σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο λειτουργούν συνολικά 200 βρεφοδόχοι και στο διάστημα των 12 ετών που το σύστημα επαναλειτουργεί έχουν εγκαταλειφθεί περισσότερα από 400 μωρά.
Η λογική είναι πολύ απλή. Στις περισσότερες χώρες με βρεφοδόχους, ο γονιός που εγκαταλείπει το παιδί του, ανώνυμα, έχει το χρονικό περιθώριο οκτώ εβδομάδων για να αλλάξει γνώμη – οι νοσοκομειακές υπηρεσίες αναγνωρίζουν την ταυτότητά του από τα δακτυλικά αποτυπώματα του νεογέννητου. Εάν μέσα σε αυτό το διάστημα δεν αναζητήσει κανείς το βρέφος, αυτόματα κινητοποιούνται οι διαδικασίες υιοθεσίας του και το κράτος αναλαμβάνει την κηδεμονία του.
Οι κοινωνικές προεκτάσεις του συστήματος των βρεφοδόχων δεν είναι το μόνο που απασχολεί τη 18μελή Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Το ζήτημα, τονίζουν, είναι επίσης νομικό και ηθικό. Εκτός από το δικαίωμα του να ζήσει, όπως διατείνονται θρησκευτικές οργανώσεις και πολιτικοί του ακροδεξιού χώρου, το παιδί έχει επίσης το δικαίωμα να γνωρίσει κάποια στιγμή – εφόσον το θελήσει – τους βιολογικούς γονείς του. Και το σύστημα των βρεφοδόχων δεν του διασφαλίζει αυτό το δικαίωμα, τονίζει στην “Guardian” η Μαρία Χέρκζοκ, μέλος της επιτροπής του ΟΗΕ. «Είναι ένα πισωγύρισμα∙ όπως στον Μεσαίωνα, που σε πολλές χώρες επικρατούσε η αντίληψη πως οι βρεφοδόχοι δρούσαν προληπτικά κατά των βρεφοκτονιών. Δεν αποδεικνύεται κάτι τέτοιο», επισημαίνει.
Πηγή:http://www.tanea.gr