undefined
από τη Φανή Βαγγελάτου-Λογοθεραπεύτρια*
Ο όρος ειδικές μαθησιακές δυσκολίες χρησιμοποιείται για να καλύψει μια σειρά δυσκολιών που συνδέονται με τη μάθηση. Πολλοί άνθρωποι χρησιμοποιούν τον όρο αυτό ως συνώνυμο της δυσλεξίας όμως στη πραγματικότητα, η δυσλεξία είναι μία μόνο από τις ειδικές μαθησιακές δυσκολίες.
Για να το εξηγήσουμε πιο απλά, ο όρος «ειδική μαθησιακή δυσκολία» χρησιμοποιείται για να περιγράψει εγγενείς διαταραχές οι οποίες δυσκολεύουν τη μαθησιακή διαδικασία. Αυτές οι διαταραχές μπορεί να αφορούν σε ένα μόνο γνωστικό ή λειτουργικό τομέα ή περισσότερους. Για παράδειγμα, η δυσγραφία αναφέρεται στη δυσκολία συντονισμού των κινήσεων που απαιτούνται για τη γραφή ενώ η δυσλεξία περιλαμβάνει ελλείμματα σε πολλές γνωστικές και λειτουργικές δυσκολίες, όπως η μνήμη, η ακουστική και οπτική επεξεργασία, ο προσανατολισμός το χώρο και το χρόνο κ.α.
Συνοψίζοντας λοιπόν, όταν μιλάμε για ειδικές μαθησιακές δυσκολίες μιλάμε για γνωστικά και λειτουργικά ελλείμματα με τα οποία κάποιος έχει γεννηθεί και δυσκολεύουν το άτομα αυτό στη διαδικασία μάθησης.
Συχνά, τα ίδια συμπτώματα των ειδ. Μαθ. Δυσκολιών (λάθη στο γραπτό λόγο, δυσκολία στην έκφραση, συναισθηματικές δυσκολίες κλπ) συναντάμε και στην περίπτωση των γενικευμένων μαθησιακών δυσκολιών.
[quote_right]Ουσιαστικά, είναι ένας ορισμός «ομπρέλα» κάτω από την οποία μπαίνουν δυσκολίες όπως η δυσλεξία που προαναφέραμε, η δυσγραφία, η δυσπραξία, η δυσαριθμισία, η δυσορθογραφία, η ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα, ακόμα και ο αυτισμός.[/quote_right]
Η διαφορά μεταξύ ειδικών και γενικευμένων μαθ. Δυσκολιών είναι απλή. Στη δεύτερη περίπτωση το άτομο εμφανίζει δυσκολίες στη μάθηση ως δευτερογενές σύμπτωμα εξαιτίας κάποιας άλλης δυσκολίας ή ήδη υπάρχουσας διαταραχής.
Ένα εύκολο και συχνό παράδειγμα είναι η περίπτωση μαθ. Δυσκολιών εξαιτίας οικογενειακού ή εκπαιδευτικού περιβάλλοντος ( η οικογένεια ή το σχολείο/ο δάσκαλος δε βοηθούν και δεν υποστηρίζουν το μαθητή κατά την εκπαιδευτική διαδικασία). Στη περίπτωση αυτή, ο μαθητής εμφανίζει χαμηλές επιδόσεις στο σχολείο, χωρίς όμως να έχουμε διάγνωση δυσλεξίας, δυσορθογραφίας ή άλλης εγγενούς διαταραχής. Αντίστοιχα, μπορούμε να διαπιστώσουμε δυσκολία επικοινωνίας και κοινωνικής συναναστροφής σε ένα νήπιο που δεν έχει βγει ποτέ του από το οικογενειακό περιβάλλον, χωρίς όμως τη διάγνωση διαταραχής αυτιστικού φάσματος.
Και οι δύο κατηγορίες μαθησιακών δυσκολιών έχουν το ίδιο αποτέλεσμα στη μαθησιακή πορεία ενός ατόμου και γι’ αυτό η έγκαιρη διάγνωσή τους είναι ιδιαίτερα σημαντική. Πολύ σημαντική επίσης είναι η ψυχολογική στήριξη αυτών καθώς πολλές φορές έχουν βιώσει επανειλημμένα την αποτυχία μέσα στην τάξη, καθώς και της οικογένειάς τους η οποία μπορεί να έχει «χρεωθεί» τη δυσκολία ή ακόμα και την αποτυχία του παιδιού ή ακόμα κάποιο άλλο μέλος να αντιμετώπιζε/αντιμετωπίζει παρόμοιες δυσκολίες. Τέλος, δε θα πρέπει να ξεχνάμε τη συνεργασία με το δάσκαλο της τάξης, καθώς οποιοδήποτε εξατομικευμένο, ειδικό, μαθησιακό πρόγραμμα δε μπορεί να θεωρηθεί απολύτως επιτυχημένο αν δε βρίσκει εφαρμογή στο καθημερινό σχολικό περιβάλλον του μαθητή.
Τέλος, είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε πως δεν υπάρχει «θεραπεία»!!! Μιλάμε για προγράμματα παρέμβασης τα οποία μαθαίνουν το μαθητή να διαχειρίζεται τις δυσκολίες του και να αναπτύσσει εναλλακτικούς τρόπους μάθησης σύμφωνα με τις ικανότητές του, καθώς και να καλλιεργεί δεξιότητες στις οποίες δυσκολεύεται με διαφορετικό ρυθμό και τεχνικές.
*Η Φανή Βαγγελάτου είναι Λογοθεραπεύτρια-Ειδ. Παιδαγωγός M.A.
Περισσότερες πληροφορίες στο:
www.planitis.eu