Το Attachment Parenting δεν είναι μια καινούρια έννοια αλλά έχει μία μακρά ιστορία επιστημονικής έρευνας και θεωρείται μία από τις πιο διαδεδομένες θεωρίες προσωπικότητας παγκοσμίως. Τα τελευταία 30 χρόνια οι έρευνες της Mary Salter Ainsworth και των συνεργατών της, οι θέσεις του Bowlby και τα πειράματα της Main πάνω στις διαπροσωπικές σχέσεις ενηλίκων την έχουν τοποθετήσει στο επίκεντρο των θεωριών για την προσωπικότητα και τις σχέσεις.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Τα πειράματα του Harlow στην δεκαετία του 1950 ανέτρεψαν τα μέχρι τότε δεδομένα καθώς αποδείκνυαν ότι τα μωρά επιζητούν την επαφή με τη μάνα, το άγγιγμα της και την τρυφερότητα πιο πολύ απ’ ότι το φαγητό. Τα μωρά μαϊμουδάκια που χρησιμοποίησε για τα πειράματα του, έδειχναν να προτιμούν την αγκαλιά και το χάδι από τη τροφή όταν τους δινόταν η επιλογή. Ο ψυχίατρος Bowlby κατέγραψε τις βασικές αρχές τις θεωρίας αυτής και άρχισαν να την εφαρμόζουν σε ορφανοτροφεία παιδιών που είχαν χάσει τους γονείς τους στον πόλεμο. Εκεί, τα παιδιά που αντιμετώπιζαν ψυχολογικά και αναπτυξιακά προβλήματα έδειξαν μεγάλη καλυτέρευση όταν αναγνωρίστηκε η ανάγκη τους για φυσική επαφή και όχι μόνο για φαγητό.
Εκείνη που άρχισε να μελετάει συστηματικά το Attachment theory και να παρουσιάζει αποδείξεις ήταν η Ainsworth που εγκαινίασε μια πειραματική μέθοδο γνωστή ως ‘Strange Situation’. Τα πειράματα αυτά είχαν τρία στάδια, στο πρώτο στάδιο η μάνα έπαιζε σ’ ένα δωμάτιο με το μωρό, στο δεύτερο στάδιο έφευγε από το δωμάτιο και στο τρίτο στάδιο γυρνούσε μετά από λίγα λεπτά. Η Ainsworth κατέγραφε πως αντιδρούσαν τα παιδιά όταν έφευγε η μητέρα αλλά και πως αντιδρούσαν όταν εκείνη επέστρεφε στο δωμάτιο. Με βάση αυτές τις παρατηρήσεις η Ainsworth κατηγοριοποίησε σε ασφαλή και ανασφαλή τα μωρά ανάλογα με το είδος της επαφής με την μητέρα. Τα μωρά με ασφαλή δεσμό ένιωθαν τη μάνα σαν μια ασφαλή βάση από όπου μπορούσαν να εξερευνήσουν το δωμάτιο, δεν γινόντουσαν πολύ αναστατωμένα όταν εκείνη έφευγε και την υποδέχονταν χαρούμενα. Σε αντίθεση, τα παιδιά με ανασφαλή δεσμό, είτε αδιαφορούσαν για τη μητέρα όταν γύριζε, είτε έκλαιγαν απαρηγόρητα όσο εκείνη έλειπε είτε έδειχναν έναν συνδυασμό αυτών των μοτίβων.
Το πιο σημαντικό σημείο αυτών των πειραμάτων ήταν οι αποδείξεις ότι η συμπεριφορά του παιδιού στο πείραμα μπορούσε να προβλέψει την ποιότητα της προσαρμογής τους στο περιβάλλον στην ενήλικη ζωή.
[quote_right]Τα παιδιά με ασφαλή δεσμό είχαν την τάση να είναι πιο ισορροπημένοι ως έφηβοι και ως ενήλικες, ενώ να παιδιά με ανασφαλή δεσμό έδειχναν να έχουν περισσότερες δυσκολίες σχετικά με την προσαρμογή τους στο περιβάλλον, την εικόνα για τον εαυτό τους, τις φιλικές και ερωτικές τους σχέσεις.
[/quote_right]
Αυτό που προτείνει η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι η έμφαση στην ποιότητα της σχέσης ανάμεσα στο μωρό και τους γονείς, την ανάγκη για φυσική επαφή και άγγιγμα. Επίσης, οι γονείς θα πρέπει να αποτελούν για το μωρό μια ασφαλή βάση που θα τα βοηθά να εξερευνήσουν περαιτέρω το περιβάλλον και οι προσδοκίες τους θα πρέπει να συναντούν τις ανάγκες του μωρού. Το Attachment Parenting προϋποθέτει οι γονείς να είναι κοντά στο μωρό τους σωματικά αλλά και συναισθηματικά, να έχουν τις συναισθηματικές τους κεραίες ανοιχτές ώστε να μπορούν με τον καιρό να διακρίνουν τα μη λεκτικά σήματα που δίνει το παιδί ανάλογα με τις ανάγκες του. Το Attachment Parenting είναι μια διαπαιδαγωγική προσέγγιση εστιασμένη στις ανάγκες του μωρού και όχι τον γονιών.
Πιο συγκεκριμένα το Attachment Parenting προτείνει 4 βασικά σημεία που είναι τα ακόλουθα:
1) Έχουμε το μωρό πάνω μας όσο πιο πολύ μπορούμε χρησιμοποιώντας το μάρσιπο και την αγκαλιά μας. Δεν διστάζουμε να χαϊδέψουμε το μωρό όταν εκείνο δείχνει να το έχει ανάγκη. Πολλοί γονείς διστάζουν να έχουν το μωρό τους πολύ ώρα αγκαλιά ή να το χαϊδεύουν από φόβο μήπως το κακομάθουν. Η αλήθεια είναι πως ποτέ κανείς δεν έπαθε κάτι από την πολλή αγκαλιά και είναι αδύνατον να κακομάθεις ένα βρέφος. Ακόμα και αν συνηθίσει και επιζητά την αγκαλιά πιο συχνά είναι καλύτερο να το κακομάθουμε από το να νιώθει αποστερημένο. Τα συχνά χάδια δημιουργούν ασφάλεια στο μωρό και το κάνουν να νιώθει αγαπητό. Η αγάπη αυτή που εισπράττει το βοηθάει να βιώνει τον εαυτό του ως κάποιον που αξίζει να αγαπιέται και που έχει αξία. Η αίσθηση αυτή στη μετέπειτα ζωή του βοηθά στην αυτό-εικόνα του, στην αυτοπεποίθηση του, στον τρόπο που αντιμετωπίζει το περιβάλλον και στις διαπροσωπικές του σχέσεις.
2) Θηλάζουμε το μωρό όσο πιο πολύ καιρό μπορούμε και το θηλάζουμε όταν θέλει αυτό και όχι ανάλογα με το πρόγραμμα μας. Το μωρό χρησιμοποιεί τη θηλή όχι μόνο για να τραφεί αλλά και για να παρηγορηθεί ακόμη και για να νιώσει την επαφή με τη μάνα. Είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι ο θηλασμός σύμφωνα με την ζήτηση του παιδιού βοηθάει στην παραγωγή του γάλακτος. Αν για τους όποιους λόγους ο θηλασμός δεν έχει εγκατασταθεί ταΐζουμε το μωρό με το μπιμπερό κρατώντας το κοντά να ακούει την καρδιά. Ακόμη και με το μπιμπερό ταΐζουμε το μωρό όταν εκείνο θέλει και όχι βάση προγράμματος. Αντιμετωπίζουμε τη σίτιση του μωρού ως κάτι που μπορεί να έχει πρόσβαση ανά πάσα στιγμή και για όσο εκείνο θέλει.
3) Κοιμόμαστε μαζί με το μωρό. Ο ήχος του χτύπου της καρδιάς και η μυρωδιά της μητέρας του λειτουργούν ηρεμιστικά. Έρευνες έχουν δείξει ότι η συν-κοίμηση βοηθάει το μωρό να ρυθμίζει την αναπνοή του με την αναπνοή της μητέρας και μειώνει τον κίνδυνο για το σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. Στην Κίνα που τα μωρά κοιμούνται κατεξοχήν με τους γονείς το σύνδρομο αυτό είναι τόσο σπάνιο που δεν υπάρχει καν ορολογία. Η συν-κοίμηση βοηθάει πολύ στην εγκατάσταση του θηλασμού.
4) Προσπαθούμε να διαβάζουμε τα σήματα του μωρού. Το μωρό πριν κλάψει μας το δείχνει με τον τρόπο του. Είναι πολύ σημαντικό οι γονείς να είναι ανοικτοί και να παρατηρούν τη συμπεριφορά του παιδιού τους. Όταν προλαμβάνουμε το κλάμα του μωρού, αποφεύγουμε να δώσουμε το μήνυμα ότι μπορεί να ζητάει αυτά που θέλει με το κλάμα, γιατί ενεργούμε πριν αυτό κλάψει. Έρευνες έχουν δείξει ότι όταν αφήνουμε ένα μωρό να κλαίει τα επίπεδα των ορμονών του στρες ανεβαίνουν πολύ και τείνουν να παραμένουν υψηλά για πολύ ώρα αργότερα. Το στρες εμποδίζει την ανάπτυξη του εγκεφάλου, και του ανοσοποιητικού συστήματος. Το να αφήνουμε το μωρό να κλαίει για να μην το κακομάθουμε ή για να εκτονωθεί μπορεί να έχει μεγάλες επιπτώσεις στην ψυχοσύνθεση του καθώς το μωρό νιώθει αβοήθητο. Θεωρητικοί προτείνουν ότι όταν τα μωρά νιώθουν αβοήθητα εσωτερικεύουν μια εικόνα για τον εαυτό τους που της λείπει αξία και το περιβάλλον αντιλαμβάνεται ως εχθρικό και απρόθυμο να ικανοποιήσει τις ανάγκες του.
Αυτός ο τρόπος διαπαιδαγώγησης μπορεί να μην είναι τόσο εύκολος για τους γονείς γιατί απαιτεί πολύ από το χρόνο τους. Οι γονείς καλούνται να βάλουν λίγο στην άκρη τις δικές τους ανάγκες και υποχρεώσεις και να αφοσιωθούν στο παιδί τους τουλάχιστον για τον πρώτο χρόνο. Το Attachment Parenting έχει όμως και πολλά οφέλη για τους γονείς, καθώς τα μωρά που μεγαλώνουν με αυτό τον τρόπο κλαίνε λιγότερο, έχουν λιγότερο στρες, και δυνατό ανοσοποιητικό σύστημα. Ακόμη, γίνονται πιο υγιή και πιο αυτάρκη όταν μεγαλώνουν, διατηρούν μια όμορφη εικόνα για τον εαυτό τους και έχουν αρκετά υψηλή αυτοεκτίμηση. Τα παιδιά και οι ενήλικες με ασφαλή δεσμό τείνουν να κάνουν πιο υγιείς φιλικές και ερωτικές σχέσεις.
Παρατίθεται το παρακάτω link για όποιον θέλει να διαβάσει περισσότερα σχετικά με το Attachment Parenting.
Miller, P.M. & Commons, M.L. (2010). The Benefits of Attachment Parenting for Infants and Children: A Behavioral Developmental View, Behavioral Development Bulletin, Vol. 10. ‘http://www.baojournal.com/BDB%20WEBSITE/BDB-no-10/A01.pdf
Περισσότερες πληροφορίες για την ψυχολόγο Ιωάννα Κορδαλή, μπορείτε να διαβάσετε εδώ