Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία το 1% – 4% του πληθυσμού σε κάποια στιγμή της ζωής του θα εκδηλώσει μία κρίση πανικού. Η συχνότητα αυτή είναι μεγαλύτερη στις ηλικίες των 20 – 40 ετών. Επίσης, η εμφάνιση ενός τέτοιου επεισοδίου είναι μέχρι και 3 φορές πιο συχνή στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες.
Τι είναι η κρίση πανικού;
Η κρίση αυτή είναι ένα ξαφνικό και απροσδόκητο (δηλαδή χωρίς προφανείς εξωτερικές αιτίες) επεισόδιο έντονου άγχους, φόβου μέχρι και τρόμου κατά το οποίο εκδηλώνονται και διάφορα σωματικά συμπτώματα, χωρίς όμως να υπάρχει κάποια οργανική πάθηση. Κάποια από αυτά τα συμπτώματα είναι η ναυτία, η εφίδρωση, η δύσπνοια, ο πόνος στο στήθος, το τρέμουλο, ο ακανόνιστος καρδιακός ρυθμός, η ζάλη, το ρίγος καθώς και ο φόβος επικείμενης καταστροφής μέχρι και τρέλας ή θανάτου. Η χρονική διάρκεια είναι συνήθως 5 – 10 λεπτά αλλά μπορεί να κρατήσει και περισσότερο.
Γιατί ένα άτομο στα καλά καθούμενα εκδηλώνει μια κρίση πανικού;
Η ψυχοθεραπεία έχει δείξει πως συνήθως τα άτομα που βιώνουν ένα τέτοιο επεισόδιο, εκείνη την περίοδο της ζωής τους αντιμετωπίζουν και κάποια ψυχοπιεστική κατάσταση που τους προκαλεί άγχος, ανησυχία, φόβο ή θλίψη. Σε άλλες περιπτώσεις, ενδοψυχολογικές συγκρούσεις ασκούν στο άτομο ψυχολογική πίεση δημιουργώντας του ανασφάλεια και θυμό. Επίσης, συχνή αιτία είναι η αναγκαιότητα επιλογής ανάμεσα σε αντικρουόμενες καταστάσεις που διχάζει και αγχώνει το άτομο. Για αυτόν το λόγο οι μεταβατικές περίοδοι συνήθως ευθύνονται για την εκδήλωση μια κρίσης πανικού π.χ. μετακόμιση, αλλαγή εργασίας, αποφοίτηση, απόφαση γάμου ή απόκτησης παιδιού, διαζύγιο, πένθος.
Στην πραγματικότητα λοιπόν, οι παραπάνω ψυχικές συνθήκες σε κάποια στιγμή εντείνονται τόσο ώστε εκδηλώνονται με την απότομη έκφραση του άγχους και του φόβου που περιγράψαμε προηγουμένως. Πολλοί παθόντες μάλιστα έχουν παρομοιάσει την κρίση σαν ηφαίστειο που εκρίγνυται και διαχέει τη λάβα σε όλο το σώμα. Συμβαίνει συχνά αντί το άτομο να ψάξει να βρει τις εσωτερικές αιτίες που το οδήγησαν στο επεισόδιο, τελικά να θεωρήσει υπεύθυνες και απειλητικές τις εκάστοτε εξωτερικές συνθήκες με αποτέλεσμα να αναπτύξει μια συμπεριφορά αποφυγής τους μέσα από την προσαρμογή των καταστάσεων γύρω από την αποφυγή, πράγμα που σε βάθος χρόνου μπορεί να καταλήξει στην αποφυγή της πραγματικότητας. Για παράδειγμα, αν η κρίση πανικού εμφανιστεί κατά την οδήγηση, το άτομο μπορεί να αποφεύγει να οδηγήσει μέχρι να αποκτήσει τελικά φοβία για την οδήγηση που αν δεν διαχειρισθεί μπορεί σε μια ακραία περίπτωση να φτάσει μέχρι το σημείο να μην μπαίνει ούτε ως συνοδηγός μέσα σε αυτοκίνητο.
Ένα βασικό στοιχείο σε μια κρίση πανικού είναι αν θα εκδηλωθεί όταν το άτομο είναι μόνο του κι αν όχι με ποιον. Μια τέτοια κρίση κάνει τον παθόντα να αισθάνεται αβοήθητος. Θα είναι πλεονέκτημα να είναι με κάποιον που εμπιστεύεται ώστε να υπάρχει έστω μια αίσθηση ασφάλειας λόγω της παρουσίας του οικείου προσώπου. Αντίθετα, η παρουσία κάποιου ανθρώπου όχι κοντινού (π.χ. ενός συνεργάτη με τον οποίο συνδέεται τυπικά) μπορεί να τον φέρει σε δυσμενέστερη θέση μιας και μπορεί να έχει ταυτόχρονα την αίσθηση ότι γίνεται ρεζίλι.
Τούτη η αίσθηση ότι γίνεται ρεζίλι είναι που μπορεί να οδηγήσει το άτομο να αποφεύγει τελικά τους δημόσιους χώρους και την πολυκοσμία όταν έχει εκδηλώσει μια κρίση πανικού σε έναν ανάλογο χώρο. Εκτός από την αίσθηση της γελοιοποίησης συχνά ενυπάρχει και ο φόβος της μη διαφυγής σε περίπτωση κρίσης σε έναν πολυσύχναστο ή έναν κλειστό χώρο. Τα συμπτώματα αυτά περιγράφουν την αγχώδη διαταραχή που ονομάζεται αγοραφοβία και κατά την οποία το άτομο αποφεύγει τα πολυσύχναστα σημεία ή όσα το κάνουν να αισθάνεται ευάλωτο (π.χ. μέσα μαζικής μεταφοράς, δημόσιες υπηρεσίες με ουρές κλπ). Συχνά έχει την ανάγκη μιας παρουσίας να τον συνοδεύει και κάποιες φορές μπορεί να φτάσει σε σημείο να φοβάται να βγει για οποιοδήποτε λόγο έξω από το σπίτι του. Ο λόγος που αναφέρεται η αγοραφοβία στο παρόν άρθρο είναι γιατί κατά 29,5% – 58,2% συνεκδηλώνεται με την διαταραχή πανικού με την οποία έχει παρόμοια στατιστικά ευρήματα (μεγαλύτερη συχνότητα στις ηλικίες 20- 40 ετών και στις γυναίκες).
Η διαταραχή πανικού εμφανίζεται όταν ένα άτομο έχει εκδηλώσει 4 κρίσεις πανικού με τουλάχιστον 4 από τα συμπτώματα που έχουμε αναφέρει και σε διάστημα 4 εβδομάδων όπου βίωνε κυρίως αισθήματα ανησυχίας και άγχους. Όταν αυτά τα δύο αφορούν τον φόβο της επανεμφάνισης της κρίσης τότε έχουμε το “άγχος προσμονής” το οποίο είναι ένα από τα πιο επώδυνα συμπτώματα της διαταραχής.
Πώς αντιμετωπίζεται η διαταραχή και η κρίση πανικού;
Η ψυχοθεραπεία είναι ένα χρήσιμο εργαλείο στην αντιμετώπιση του άγχους προσμονής αλλά και στην γενική διαχείριση του άγχους ώστε το άτομο να μάθει να αντιμετωπίζει πιο λειτουργικά τον φόβο και τον πανικό με στόχο την μείωση των κρίσεων ή τουλάχιστον της έντασης και της συχνότητάς τους. Ένας ακόμη θεραπευτικός στόχος είναι η αναζήτηση των ενδοψυχολογικών αιτιών που οδήγησαν το άτομο στη κρίση πανικού. Η εύρεση και η διαχείριση των εσωτερικών αυτών παραγόντων θα συμβάλλουν στην εξαφάνιση των κρίσεων. Επίσης, σε περίπτωση της συνδιαταραχής με αγοραφοβία, η γνωσιακή – συμπεριφορική ψυχοθεραπεία εστιάζει αρχικά στην εκλογίκευση κι έπειτα στην αντιμετώπιση της φοβίας μέσω της σταδιακής έκθεσης του θεραπευόμενου στις φοβικές καταστάσεις.
Είναι σημαντικό το άτομο που υποφέρει από κρίσεις πανικού να θυμάται ότι τα σωματικά συμπτώματα που βιώνει κατά το επεισόδιο δεν μπορούν να τον βλάψουν πραγματικά και ότι αυτός ο μεγάλος φόβος της τρέλας ή του θανάτου είναι “ψευδαισθησιακός” και προσωρινός. Όσο λιγότερο προσπαθήσει να τα καταπολεμήσει αυτά κατά την διάρκεια της κρίσης, και όσο ευκολότερα αποδεχθεί ότι ξεκινά μια κρίση πανικού και προσπαθήσει να εστιάσει σε κάτι που ίσως τον χαλαρώσει, τόσο αποτελεσματικότερη και η διαχείριση του πανικού. Αυτό κάνει επιθυμητή αφενός την αποφυγή των αρνητικών σκέψεων εκείνη τη στιγμή και αφετέρου την δημιουργία θετικών σκέψεων και εικόνων που ηρεμούν το άτομο. Τέλος, η άσκηση σε τεχνικές χαλάρωσης – αναπνευστικές και σωματικές – είναι ευοίωνες για την πορεία του πανικού.
Κείμενο: Μαρία Μάρκου
Featured image: unsplash.com/@fotobymeg